Η μεγάλη περιπέτεια της ριζοσπαστικοποίησης Ελλήνων μεταναστών στις ΗΠΑ από το 1900 ως το 1950, στην «Κόκκινη Αμερική» του Κωστή Καρπόζηλου, ένα υποδειγματικό βιβλίο ιστορίας με πολλαπλές αναγνώσεις
Ένα από τα εκδοτικά γεγονότα της χρονιάς που φεύγει είναι το βιβλίο του Κωστή Καρπόζηλου «Κόκκινη Αμερική, Έλληνες μετανάστες και το όραμα του Νέου Κόσμου, 1900- 1950» από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης.
Είναι ανεπιφύλακτα μία σημαντική παρέμβαση στην έρευνα της ελληνικής μετανάστευσης, μία ολοκληρωμένη εργασία πάνω στη σχέση των μεταναστών στις ΗΠΑ με τις ιδέες του σοσιαλισμού, ένα βιβλίο συνεισφορά ευρύτερα στην ελληνική ιστοριογραφία και ειδικότερα στην ιστορία των πολιτικών ιδεών τον 20ο αιώνα.
Το γεγονός ότι προέρχεται από έναν νέο ιστορικό, με αξιόλογες σπουδές στην Ελλάδα και το εξωτερικό, Διευθυντή σήμερα των Αρχείων Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας (ΑΣΚΙ) και μεγαλωμένο στην πόλη μας, κάνουν αυτό το βιβλίο ακόμα πιο ενδιαφέρον για τους Γιαννιώτες αναγνώστες και αναγνώστριες.
Μία μεγάλη διαδρομή
Κατά τη δεκαετία του ’90 στην Ελλάδα έρευνες και δημοσιογραφικά άρθρα, ανέδειξαν τη ρατσιστική αντιμετώπιση που συνάντησαν πολλοί Έλληνες μετανάστες στην Αμερική πριν από τον πόλεμο. Οι αποκαλύψεις αυτές αντιμετωπίστηκαν από κάποιες πλευρές ως υπερβολικές ή αναξιόπιστες, προβάλλοντας ως αντίθεση την εικόνα του καταξιωμένου στην αμερικανική κοινωνία Έλληνα που ήκμασε και έφτασε ψηλά. Ισχύει όντως αυτή η εικόνα, κυρίως όμως μετά τον πόλεμο σε μία πολύ διαφορετική περίοδο, οικονομικά και κοινωνικά. Τι έγινε όμως πριν από αυτήν την περίοδο με το πρότυπο του πετυχημένου μετανάστη που έστελνε εμβάσματα και έκανε ευεργεσίες στο χωριό καταγωγής του;
Ο Κ. Καρπόζηλος δεν θέλει να γράψει μία συνολική ιστορία της ελληνικής μετανάστευσης, αν και είναι φανερό από τα στοιχεία που παραθέτει, ότι τη γνωρίζει καλά. Εστιάζει σε εκείνους τους μετανάστες που επιλέγουν την περιπέτεια του συνδικαλισμού, των σοσιαλιστικών ιδεών, του ριζοσπαστισμού. Τους «κόκκινους», όπως θα τους ήθελε μία πολιτική χαρτογράφηση αποδεκτή ως ένα βαθμό και σήμερα.
Η αφετηρία της «Κόκκινης Αμερικής», όπως την αναφέρει από την εισαγωγή, βρίσκεται «στα αξεδιάλυτα νοήματα που συνδέουν τον οραματισμό ενός Νέου Κόσμου με τις κοινωνικές, πολιτικές και οικονομικές πραγματικότητες των Ηνωμένων Πολιτειών».
Ο Νέος Κόσμος που ταυτίζεται σταδιακά με την ακμάζουσα χώρα των ΗΠΑ, ο οραματισμός ενός καλύτερου μέλλοντος για όλους, είναι κι ένα στοιχείο τομής που συμπυκνώνει ετερογενείς δυνάμεις οι οποίες και αποτελούν ήδη από τον 19ο αιώνα αυτή τη μεγάλη προσπάθεια που καταλήγει σε αυτό που μάθαμε να αποκαλούμε «Αμερική». Κυρίαρχο τμήμα αυτής της προσπάθειας είναι οι μετανάστες που καταφτάνουν από την Ευρώπη κι όλο τον κόσμο.
Από το 1890 ως το 1924, 500 χιλιάδες Έλληνες θα φτάσουν στην Αμερική αντιδρώντας στην ανέχεια και τη φτώχεια που άφηναν πίσω τους οι οικονομικές κρίσεις στον τόπο τους, τα κοινωνικά αδιέξοδα ή η αδυναμία των κρατικών μηχανισμών που τους θυμούνταν μόνο όταν ήταν να τους στρατεύσει υποχρεωτικά σε αέναους πολέμους. Στόχος τους, τι άλλο, η εύρεση εργασίας.
Οι μετανάστες ειδικά από την Ελλάδα και την Οθωμανική αυτοκρατορία που φτάνουν στις ΗΠΑ δεν έχουν εμπειρίες από σοσιαλιστική ή συνδικαλιστική δράση. Αντίθετα, μετανάστες από άλλες ευρωπαϊκές χώρες με βιομηχανική παραγωγή ή ευρύτερη ανάπτυξη των ιδεών του σοσιαλισμού, έχουν εμπειρίες συλλογικής οργάνωσης και δράσης.
Πώς αυτοί οι Έλληνες, με εμπειρίες συχνά μόνο από την ύπαιθρο και τις αγροτικές δουλειές, έρχονται σε επαφή με τον σοσιαλισμό; Το ότι έρχονται σε επαφή πάντως είναι βέβαιο, έστω για κάποια τμήματα του συνολικού πληθυσμού. Και κλειδί γι’ αυτό είναι ότι μπαίνουν στο χώρο της εργασίας, γίνονται εργάτες σε μεγάλες βιομηχανικές μονάδες και εργασίες που απαιτούσαν πολύ προσωπικό (κατασκευές, ορυχεία κλπ).
Ο μεταναστευτικός ριζοσπαστισμός στο πρώτο μισό του 20ου αιώνα, δικτυώνεται με σοσιαλιστικές και κομμουνιστικές εκδόσεις, εφημερίδες και περιοδικά, οργανώσεις σε σύνδεση με πολιτικούς φορείς της αμερικάνικης αριστεράς, πολυεθνικά εργατικά συνδικάτα.
Χαρακτηριστική είναι η διαδρομή 40 χρόνων των ελληνικών εφημερίδων που εκφράζουν αυτό το πολιτικό φορτίο της Αριστεράς από το 1918 ως το 1956 (Η Φωνή του Εργάτου, το Εμπρός κ.α).
Κι εδώ έρχεται και μία κύρια απάντηση στο βιβλίο. Μελετώντας τον ελληνικό ριζοσπαστισμό των μεταναστών αναδεικνύεται και η πολιτικοποίηση στην Αριστερά στην όποια μορφή της κι αν επιλέγεται, ως μία διακριτή εκδοχή εξαμερικανισμού. Ο συνδικαλισμός, η ζύμωση σε πολιτικές ιδέες, ο ακτιβισμός είναι και μία πορεία των μεταναστών προς μία νέα ταυτότητα, ατομική και συλλογική, ταυτότητα που ταιριάζει με ό,τι συμβαίνει γύρω τους και ανατροφοδοτεί νέους δρόμους επικοινωνίας.
Παράλληλα πάντως, οι Έλληνες μετανάστες διατηρούν αρχικά, ακόμα το ενδιαφέρον τους για τις εξελίξεις στην Ελλάδα, βλέπουν δηλαδή ταυτόχρονα προς τα εμπρός και προς τα πίσω, έχοντας ως όχημα την αριστερή στράτευση και το ενδιαφέρον τους για την πολιτική του καιρού τους.
Η ιστορική διαδρομή θα είναι ταχύτατη, οι εξελίξεις ραγδαίες και μέσα σε αυτές αλλάζουν και οι ίδιοι. Δύο μεγάλοι πόλεμοι, η Μεγάλη Ύφεση, η εκτόξευση της εκβιομηχάνισης. Τι έζησαν και οι μετανάστες εκείνοι! Κι όμως πολλοί τα κατάφεραν, οι ίδιοι ή τα παιδιά τους. Οι Έλληνες μετά τον πόλεμο ξεχωρίζουν μέσα στην κοινωνία, για να φτάσουν ως τις μέρες μας να διεκδικήσουν ως και τον προεδρικό θώκο των ΗΠΑ με έναν υποψήφιο με καταγωγή μάλιστα από την Ήπειρο.
Η Αμερική στη δεκαετία του ’50, ικανοποιεί βασικές ανάγκες των εργαζομένων για ατομική ευημερία και ανέλιξη (σταθερή εργασία και μισθός, σπουδές για τα παιδιά, σπίτι στα προάστια). Μοιάζει έτσι να ικανοποιεί και πολλές από τις αναζητήσεις του Μεσοπολέμου, τότε που η Μεγάλη Κρίση τροφοδοτούσε και τον εργατικό ριζοσπαστισμό. Η μνήμη εκείνης της φτώχειας, έρχεται και συμπληρώνει τη συμφωνία σε ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο. Κάτι παρόμοιο συνέβη, άλλωστε και στη Δυτική Ευρώπη μετά τον πόλεμο, διαμορφώνοντας και μία νέα αριστερά που αποδέχεται πλέον ως δεδομένη την κοινωνική και πολιτική σταθερότητα και την οικονομική πρόοδο.
Απέτυχε συνεπώς το προπολεμικό ριζοσπαστικό κίνημα; Εκ του αποτελέσματος φαίνεται ότι απέτυχε. Το όραμα όμως για μία καλύτερη ζωή, το όραμα που πυροδότησε την επαναστατική σκέψη και πράξη στο πρώτο μισό του 20ου αιώνα, εμφανίζεται αραιά και που και σήμερα, ως ένα έκκεντρο σχόλιο ενός σιωπηρού χάους που αφήνει πίσω της η απελευθέρωση των κεφαλαίων και η μετατροπή των ατομικών υποκειμένων σε μαζικούς καταναλωτές. Πολλοί κύκλοι έκλεισαν για πάντα, κάποιοι ίσως να είναι ακόμα ανοιχτοί.
Αλλά ας επιστρέψουμε στο βιβλίο, το οποίο είναι κι αυτό που μας προκαλεί αυτές τις επάλληλες, κυκλικές σκέψεις και μας συνδέει με πολλές άλλες ιστορίες και μεγάλες ή μικρές υποθέσεις που χαρακτήρισαν αυτόν τον σπουδαίο 20ο αιώνα.
Μάχες, όραμα και ευημερία
Η σφαγή των εξεγερμένων εργατών που ζούσαν στην απόλυτη εξαθλίωση, το 1914 στο Λάντλοου από την εθνοφρουρά του Κολοράντο και η εμβληματική παρουσία του Έλληνα Λούη Τίκα, ηγέτη της απεργιακής κινητοποίησης στα ορυχεία, μοιάζει ως ένα κατάλληλο σημείο έναρξης για να πιάσει κανείς το νήμα της ιστορίας. Ένας Έλληνας μετανάστης θα γράψει στα αγγλικά, τον Αύγουστο αυτής της χρονιάς στο σημαντικότερο περιοδικό της αμερικάνικης αριστεράς για τη σχέση του καπιταλισμού και τη δολοφονική καταστολή εκείνης της απεργίας, δείχνοντας και τα άλματα που κάνει η συνείδηση μέσα σε καταστάσεις βίαιας ωρίμανσης, ατομικής και συλλογικής. Τον Λούη Τίκα τον ανακαλύψαμε μάλλον αργά στην Ελλάδα, αλλά τα τελευταία χρόνια προκαλεί ευρύτερο ενδιαφέρον ο ιστορικός του ρόλος. Ένας Έλληνας, ήρωας του αμερικανικού εργατικού κινήματος, σύμβολο και για μία διαφορετική διαδρομή του μεταναστευτικού κύματος από όσες γνωρίζαμε.
Τα πρώτα μαχητικά χρόνια (1912- 1914) με όσμωση παράλληλα με τις σοσιαλιστικές οργανώσεις της αμερικάνικης αριστεράς, τα δίκτυα με τις ζυμώσεις στον ελληνικό σοσιαλισμό, η αλληλεγγύη μεταξύ των Ελλήνων εργατών, αναλύονται στο πρώτο κεφάλαιο («Ριζοσπάστες δύο κόσμων 1900 – 1921») με πολλές ιστορίες που θα τις χαρακτήριζε ο σημερινός αναγνώστης ακόμα και ως γοητευτικές. Γιατί αυτό που αποκαλύπτεται, είναι ότι ο Έλληνας μετανάστης δεν ήταν μία εικόνα, ένα είδωλο για να το κατηγοριοποιούμε εμείς σήμερα ανάλογα με τις προτιμήσεις μας, αλλά ένα ζωντανό, δρων υποκείμενο. Οι μετανάστες ζούσαν όπως μπορούσαν καλύτερα τη ζωή τους, πάλευαν γι’ αυτήν προσπαθώντας να προσαρμοστούν σε ένα νέο περιβάλλον, να γίνουν μέρος του.
Τα επόμενα κεφάλαια, «Το πρόβλημα της ταξισυνειδησίας 1921 – 1929» και «Κρίση και επανάσταση 1929- 1934» θα δείξουν ότι η περιπέτεια ποτέ δεν σταμάτησε και οι μορφές που έπαιρνε άλλαζαν συνέχεια.
Το 1924 λαμβάνονται κρατικά μέτρα που περιορίζουν την είσοδο νέων μεταναστών ενώ όλη αυτήν την περίοδο οι εργατικοί αγώνες καλούνται να απαντήσουν και σε πιο πολύπλοκα ερωτήματα από τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας και μόνο. Το ερώτημα του εξαμερικανισμού των εργατών έρχεται και απαντά και στο πιο δύσκολο επίδικο, του πόσο ενιαία μπορεί να είναι η στάση εργατών με διαφορετική εθνική καταγωγή. Αλλά υπάρχουν κι άλλα ερωτήματα όπως το αν η απάντηση στα οικονομικά προβλήματα θα πρέπει να είναι εθνική (να δουλέψουμε όλοι μαζί οι Έλληνες) ή ταξική (όλοι οι εργάτες έχουν τα ίδια προβλήματα) και μαζί με τις αντανακλάσεις από τις αλλαγές στο παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα με την παγίωση του ρόλου της Σοβιετικής Ένωσης, αυξάνουν τα διλήμματα, αλλά και τις επιλογές.
Και τα χρόνια περνάνε, με σημαντικούς όμως σταθμούς στη διαδρομή.
Η σταδιακή ανάδειξη και προσαρμογή στην κρίση και τη Μεγάλη Ύφεση τα αλλάζει όλα. Κρίση στις ενδοκοινοτικές σχέσεις που δεν επαρκούν πια ως απάντηση στις προκλήσεις των καιρών, ρήξη με την πατρίδα που «κουρεύει» τις τραπεζικές καταθέσεις των μεταναστών, αλλά μοιάζει πια και πολύ μακριά, ανεργία, εξώσεις, αγώνες κι άλλοι αγώνες, αλλά και πολιτιστικές δράσεις, καλλιτεχνικές αναζητήσεις, μόρφωση, μεγάλα και μικρά θέματα στην καθημερινότητα του μετανάστη, πολύπλοκη καθημερινότητα όπως ισχύει για όλους, όλες τις εποχές.
Αλλά και αυτοοργάνωση των κομμουνιστών που μπορούν να μετατρέπουν τα προβλήματα σε συλλογική διεκδίκηση, το «σοβιετικό παράδειγμα», οι αναζητήσεις λύσεων με πυγμή σε ανατροφοδότηση με την άνοδο του φασισμού στην Ευρώπη από κάποιες άλλες πλευρές απέναντι από τον ριζοσπαστισμό.
Η αμερικάνικη αριστερά μετέχει σε αυτό το μεγάλο πεδίο προκλήσεων και διλημμάτων, έχει προτάσεις, αποκτά ακροατήριο, αλλά στις εκλογές του 1932 ο πολύς κόσμος γοητεύεται από την υπόσχεση του Φρ. Ρούζβελτ για ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο. Παράλληλα, αυτήν την περίοδο πολλοί Έλληνες μετανάστες εκλέγονται σε διάφορα θεσμικά όργανα, κάνοντας ορατή την παρουσία τους στο αμερικανικό σύστημα.
Νέες απεργίες έρχονται το 1934 με τη συμμετοχή πια των μεταναστών δεύτερης γενιάς που ζητάνε ισότητα. Εμφανίζονται δυναμικά στο προσκήνιο οι «ξεχασμένοι» της Μεγάλης Ύφεσης που ζητούν πρόσβαση σε μία καλύτερη ζωή.
Η επόμενη περίοδος, στο κεφάλαιο «Πόλωση και συμβιβασμοί 1935- 1940» , αναδεικνύει την εποχή του «Λαϊκού Μετώπου» και την παγκόσμια αντιφασιστική ενότητα, την ταύτιση των στρατηγικών των κομμουνιστών με την αμερικάνικη ιδεολογία, τον «λαό» να μπαίνει μπροστά στο δρόμο για ένα κοινό όραμα, τα αιτήματα της εργατικής τάξης μοιάζει να ταιριάζουν πια με τις αναζητήσεις κι άλλων πολλών. Οι Έλληνες εργάτες αυξάνονται ριζικά στα συνδικάτα, οι εθελοντές στον Ισπανικό Εμφύλιο έχουν και αμερικάνικο και ελληνικό χρώμα, ο δεύτερος μεγάλος πόλεμος μοιάζει να ξεσπά σε μία περίοδο μεγάλων προκλήσεων για την Αμερική. Το μέλλον κυοφορείται ακόμα και αυτήν τη σκοτεινή περίοδο του πολέμου που ακολουθεί ως το 1945, κατά την οποία η οριογραμμή του αντιφασιστικού μετώπου μοιάζει σαν έναν ακόμα δρόμο προς τον ουρανό για μεγάλα πλειοψηφικά ρεύματα που μέσα τους χωνεύουν νέες, ετερόκλητες ιδεολογικές και πολιτικές ζυμώσεις.
Κι εκείνη, η απίστευτη σήμερα, αυτο- διάλυση του ΚΚ ΗΠΑ το 1944 ώστε να εξυπηρετηθεί η αντιφασιστική ενότητα και η προοπτική σύγκλισης σοσιαλισμού- καπιταλισμού σε μία σύνθεση συνεργασίας μετά τον πόλεμο. Τι κίνηση! Κι από κοντά, οι ελληνικές εξελίξεις, ο Δεκέμβρης, με «έδαφος» διεργασιών και ανακατατάξεων και στην ελληνική κοινότητα της Αμερικής, αλλά και η κατάρρευση των προσδοκιών για μία άλλη μεταπολεμική μετάβαση.
Ο Ψυχρός Πόλεμος γίνεται η απάντηση σε όλες αυτές τις αναζητήσεις, σαν να κλείνουν για πάντα όλα όσα άνοιξαν πριν από τον πόλεμο. Αλλάζουν όλα πια, αλλάζουν οι κοινωνικές σχέσεις, αλλάζουν οι πολιτικές συνταυτίσεις, νέα διλήμματα προκύπτουν, συχνά τραγικά σε ατομικό επίπεδο αν σε καλέσουν για παράδειγμα σε κάποια επιτροπή ιδεολογικού ελέγχου και πρέπει να προδώσεις όλη την προηγούμενη ζωή σου για να επιβιώσεις. Αλλά στα πρακτικά ζητήματα, στο πεδίο της πραγματικότητας όπως λέμε συχνά στις μέρες, η εποχή της ευημερίας που ξεκινά, υπερνικά πολλές από τις άλλες αναζητήσεις.
Στον επίλογο του βιβλίου ο συγγραφέας γράφει: «Για πολλούς μετανάστες, της πρώτης, αλλά και της δεύτερης γενιάς, το να είσαι κομμουνιστής ήταν ένας τρόπος να είσαι Αμερικανός. Στις μεταπολεμικές συνθήκες η δυνατότητα αυτή είχε ακυρωθεί. Για να είσαι Αμερικανός, έπρεπε πλέον να είσαι αντικομμουνιστής».
Η «Κόκκινη Αμερική», μία μελέτη 541 σελίδων, με πρωτότυπο υλικό, φωτογραφίες και βιβλιογραφία, όλα υψηλού επιπέδου, είναι μία μακρά αφήγηση με αφετηρία την πολιτική συνειδητοποίηση Ελλήνων μεταναστών στην Αμερική μέσα στους κόλπους του σοσιαλιστικού και κομμουνιστικού δρόμου.
Παραμένει ως το τέλος ένα καθαρόαιμο βιβλίο ιστορίας που είναι βέβαιο ότι στο μέλλον θα βρίσκεται στο επίκεντρο κάθε νέας έρευνας για τη μετανάστευση των Ελλήνων. Για τον αναγνώστη μοιάζει όμως και σαν μία σύγχρονη αφήγηση, κομμάτι από μία εθνική σάγκα θα λέγαμε, ένα μόνο νήμα της οποίας επιλέξαμε από εδώ να ακολουθήσουμε. Άλλοι πιο επαρκείς αναγνώστες θα βρούνε πολύ περισσότερα, σίγουρα σε αυτό το βιβλίο.
Δημοσιεύτηκε στην "Ελευθερία" Ιωαννίνων στις 14 Δεκεμβρίου 2017