Δεν κάπνισα ποτέ, ούτε πήρα καμιά ουσία. Είναι σίγουρα και θέμα γονιδιακό τουλάχιστον για τη χρήση ναρκωτικών ουσιών, ενώ μια δεκαετία αθλητισμού μετά τα 12 σε βάζει είναι αλήθεια σε έναν κόσμο που το τσιγάρο δεν είναι και τόσο δημοφιλές. Παρ’ όλα αυτά μην κάνουμε πως δεν καταλαβαίνουμε. Ο ρόλος των ουσιών ιστορικά στις κοινωνίες είναι καταγεγραμμένος και εντός πλαισίου συχνά- άλλοτε όχι. Είναι βέβαιο ότι η Πυθία δεν έπινε μόνο νερό για να δώσει τους χρησμούς της, αλλά και επειδή ίσως δεν έκανε υγιεινή ζωή, να ήταν έτσι και οι χρησμοί της.
Η συζήτηση για το κάπνισμα κρατάει μια πενταετία τώρα, άρχισε όμως να εντάσσεται στο δημόσιο λόγο περίπου στα μέσα του ’80. Όταν δηλαδή έγινε σαφές και στην πιο απομακρυσμένη…συνείδηση, ότι ο καρκίνος του πνεύμονα δεν προέρχεται από τη μοίρα ή το θέλημα του θεού, αλλά και από το κάπνισμα. Για να μην επαναλαμβάνουμε ξανά αυτή τη ρητορική, αλλά και για να μην υποκύπτουμε σε εύκολες ηθικολογίες που γοητεύουν τα εύκολα μυαλά, το θέμα με το τσιγάρο είναι απλό: Έχει πολλές πιθανότητες να σκοτώσει αυτόν που καπνίζει και πολλές επίσης αυτόν που στέκει δίπλα στον καπνιστή.
Τα κράτη συνυπολόγισαν επίσης (και το ομολογούν δημόσια) ότι το κόστος του συστήματος Υγείας στην αντιμετώπιση των ασθενειών που προκαλούνται από το κάπνισμα είναι μεγάλο. Στις κοινωνίες μας που όλα έχουν γίνει αριθμοί και η εξατομικευμένη σχέση με το δημόσιο συμφέρον θεσμοποιείται, ο φορολογούμενος που δεν καπνίζει, δικαιούται να διαμαρτύρεται για τους φόρους του που πηγαίνουν στη θεραπεία καπνιστών και όχι για παράδειγμα στην έρευνα για τις λευχαιμίες των παιδιών.
Η πραγματικότητα όμως δεν είναι μόνο αριθμοί. Οφείλουμε να ισορροπήσουμε το δημόσιο συμφέρον με το ατομικό δικαίωμα στην αυτοκαταστροφή. Η ζωή δεν μπορεί να είναι μόνο απαγορεύσεις. Ποτέ άλλωστε δεν ήταν μόνο απαγορεύσεις. Το κράτος που εξουσιάζει και η Βουλή που νομοθετεί, οφείλουν να βρουν εκείνη τη λεπτή γραμμή που χωρίζει το έγκλημα από το πάθος.
Γιατί, ας μην υπερβάλλουμε, ο καπνιστής δεν είναι εγκληματίας, απλώς πρέπει να καταλάβει ότι πρέπει να βρει το χώρο του για να ικανοποιήσει την ανάγκη του για τσιγάρο. Και να σέβεται το χώρο και των άλλων. Υπό αυτήν την έννοια, η απαγόρευση είναι σωστή. Θα κερδίσει όμως μόνο αν πείσει για την ορθότητά της.
Η συζήτηση για το κάπνισμα κρατάει μια πενταετία τώρα, άρχισε όμως να εντάσσεται στο δημόσιο λόγο περίπου στα μέσα του ’80. Όταν δηλαδή έγινε σαφές και στην πιο απομακρυσμένη…συνείδηση, ότι ο καρκίνος του πνεύμονα δεν προέρχεται από τη μοίρα ή το θέλημα του θεού, αλλά και από το κάπνισμα. Για να μην επαναλαμβάνουμε ξανά αυτή τη ρητορική, αλλά και για να μην υποκύπτουμε σε εύκολες ηθικολογίες που γοητεύουν τα εύκολα μυαλά, το θέμα με το τσιγάρο είναι απλό: Έχει πολλές πιθανότητες να σκοτώσει αυτόν που καπνίζει και πολλές επίσης αυτόν που στέκει δίπλα στον καπνιστή.
Τα κράτη συνυπολόγισαν επίσης (και το ομολογούν δημόσια) ότι το κόστος του συστήματος Υγείας στην αντιμετώπιση των ασθενειών που προκαλούνται από το κάπνισμα είναι μεγάλο. Στις κοινωνίες μας που όλα έχουν γίνει αριθμοί και η εξατομικευμένη σχέση με το δημόσιο συμφέρον θεσμοποιείται, ο φορολογούμενος που δεν καπνίζει, δικαιούται να διαμαρτύρεται για τους φόρους του που πηγαίνουν στη θεραπεία καπνιστών και όχι για παράδειγμα στην έρευνα για τις λευχαιμίες των παιδιών.
Η πραγματικότητα όμως δεν είναι μόνο αριθμοί. Οφείλουμε να ισορροπήσουμε το δημόσιο συμφέρον με το ατομικό δικαίωμα στην αυτοκαταστροφή. Η ζωή δεν μπορεί να είναι μόνο απαγορεύσεις. Ποτέ άλλωστε δεν ήταν μόνο απαγορεύσεις. Το κράτος που εξουσιάζει και η Βουλή που νομοθετεί, οφείλουν να βρουν εκείνη τη λεπτή γραμμή που χωρίζει το έγκλημα από το πάθος.
Γιατί, ας μην υπερβάλλουμε, ο καπνιστής δεν είναι εγκληματίας, απλώς πρέπει να καταλάβει ότι πρέπει να βρει το χώρο του για να ικανοποιήσει την ανάγκη του για τσιγάρο. Και να σέβεται το χώρο και των άλλων. Υπό αυτήν την έννοια, η απαγόρευση είναι σωστή. Θα κερδίσει όμως μόνο αν πείσει για την ορθότητά της.
Υποσημείωση 1: Δεν θα σταματήσουν οι άνθρωποι να καπνίζουν. Ούτε θα πρέπει πρώτη η Ελλάδα να τρέξει να καταστρέψει την όποια παραγωγή της σε καπνό, που έχει απομείνει. Δεν είναι καιρός για οικονομικές «αυτοκτονίες».
Υποσημείωση 2: Η συνήθης βλακεία των καπνιστών τους οδηγεί πάλι στην μεμψιμοιρία περί τέλους του τσιγάρου, σε αφιερώματα στην ιστορία του καπνίσματος, σε δοξασίες για τις επιθυμίες, στον Μπόγκαρτ και στο ένα τσιγάρο μετά (στο σεξ). Ησυχάστε. Για τον δημόσιο χώρο μιλάμε (ακόμα). Στον ιδιωτικό κάντε ό,τι θέλετε. Και κατ' αρχήν κοιτάξτε να τον προστατέψτε.