Το ευρώ δεν είναι κακή ιδέα. Ούτε η σταθερότητα στις ισοτιμίες. Κακή ιδέα ήταν η ευρωζώνη, το σύμφωνο σταθερότητας, το Μάαστριχτ. Κι όταν το κατάλαβαν αυτό στην Ευρώπη προσπάθησαν να φτιάξουν κι ένα πολιτικό κείμενο, τη Συνθήκη της Λισσαβώνας, που όμως ήταν και είναι τραγικά ανεπαρκής για να ενοποιήσει πολιτικά τις πολύ μεγάλες οικονομικές ανισότητες.
Η πόλωση με τη δραχμή είναι τελείως λάθος κι έχουν ευθύνη όσοι προσεγγίζουν έτσι τέτοια θέματα, όπως η κρίση. Γιατί ο καθηγητής των Οικονομικών μπορεί να μιλάει για ένα εθνικό νόμισμα έχοντας στο μυαλό του ένα σύστημα ισορροπιών σε διεθνές πεδίο και συνυπολογίζει διάφορες παραμέτρους που μπορεί να οδηγούν σε συνύπαρξη τις εθνικές οικονομίες ακόμα και χωρίς Ενώσεις. Ο χτυπημένος από την κρίση, όμως Έλληνας, ειδικά αν έχει ακόμα μέσα του ίχνη από την εθνικοστερεοτυπική εκπαίδευσή του, φαντάζεται την επιστροφή στη δραχμή ως μια σχεδία διάσωσης, ως ένα νέο ταξίδι στην ουτοπία της αυτονομίας και της υπερηφάνειας. Στον κόσμο της χρηματοπιστωτικής οικονομίας, όμως, δεν υπάρχουν νησιά για να ναυαγήσουν ευτυχισμένοι ερημίτες.
Και δεν θέλουμε όλοι να γίνουμε ερημίτες. Η ιδέα μια ενωμένης Ευρώπης, παραμένει μια καλή ιδέα. Και μια ένωση δεν γίνεται πάντα με τους δικούς μας όρους αλλά και με τους όρους των άλλων. Το ερώτημα λοιπόν ναι ή όχι στην ευρωζώνη, μπορεί απλά να απαντηθεί με ένα «όχι», αλλά δεν θα γίνει γόνιμο όσο δεν απαντάται και το σε ποια παράδοση θέλουμε να ανήκουμε, ποια παράδοση θέλουμε να συνεχίσουμε. Δεν θέλουμε άραγε να είμαστε κομμάτι της παράδοσης του Διαφωτισμού, δεν θέλουμε να εμπνεόμαστε από τις μεγάλες ευρωπαϊκές επαναστάσεις, από τα ανθρώπινα επιτεύγματα; Νομίζει κανείς ότι θα γινόταν ποτέ η Ελληνική Επανάσταση αν δεν υπήρχε ο Κοραής; Αλήθεια πιστεύουμε ότι τη μοναδική αλήθεια κατέχει ακόμα ο Μακρυγιάννης;
Η απογοήτευση που βιώνουμε τους τελευταίους μήνες προέρχεται κι από αυτήν την αδυναμία αυτοπροσδιορισμού, από την αδυναμία να βρούμε ιδέες που θα μας κάνουν πιο σίγουρους για τον εαυτό μας. Γι’ αυτό και αφήνουμε χώρο στους θιασώτες του απομονωτισμού. Στη δεξιά του εθνικού ανάδελφου και των φυλετικών πολέμων και στην αριστερά που βλέπει τους Ευρωπαίους εργάτες ως «πουλημένους στο κεφάλαιο» και ονειρεύεται αλβανικά κολχόζ. Ακόμα και οι αναρχικοί πια, σκέφτονται μόνο το κάψιμο. Δεν έχει σημασία αν αυτές είναι οικτρές μειοψηφίες. Σημασία έχει ότι στον κυρίαρχο λόγο, δεν ακούγεται καμία άλλη συζήτηση περί του ποιοι είμαστε. Λέμε πολλοί για το ποιοι ήμασταν, κάνουμε πολλές αναλύσεις για το κόστος ζωής μας, αλλά δεν τοποθετούμε τον εαυτό μας σε κανένα σχήμα στο μέλλον. Είναι απογοητευτικό ότι έχουμε καταστρέψει κάθε δρόμο προς την ουτοπία.
Αποχρώσεις 4.11.11