Τετάρτη 23 Νοεμβρίου 2016

Ακόμα δεν χωράμε πουθενά

Να πούμε και μια μπαλάντα μαζί, είπε ο Γιάννης Αγγελάκας, το Σάββατο το βράδυ στα Γιάννενα σε ένα θερμό κοινό που δεν σταμάτησε να του φωνάζει ότι «είναι ωραία στον παράδεισο». Και είπαν την «ταξιδιάρα ψυχή»,  ή καλύτερα την είπε μόνος του ο κόσμος. Κι έτσι λύθηκε και το πρόβλημα με τις Τρύπες στις συναυλίες του.

Όταν έκανε την αλλαγή στο ύφος του και στις νέες του διαδρομές στη μουσική ο Αγγελάκας κι άφησε πίσω του το σπουδαίο συγκρότημα, πολλά νέα παιδιά του ζητούσαν επίμονα στις συναυλίες να παίξει «κάτι από το Τρύπες». Πέρασε ο καιρός, έγραψε κι έπαιξε πολλά νέα τραγούδια και μουσικές που τα ξέρουν νεράκι πια οι φίλοι του, και τώρα μπορούν μαζί να πουν όντως και μερικά παλιά τραγούδια.

Κι έχει ενδιαφέρον που ακόμα και σήμερα μπορεί να δονήσει  μια αίθουσα μια «ταξιδιάρα ψυχή» που αλλού έμοιαζε να ταξιδεύει το ’80 κι αλλού σήμερα, αλλά φαίνεται να συναντά πάντα το ίδιο ερώτημα: Πού χωράνε όλα αυτά τα παιδιά, πού χωράμε όλοι μας σε τούτον τον άξενο κόσμο;

Ο Γιάννης Αγγελάκας είναι η φωνή παραπάνω από μιας γενιάς νέων, ανθρώπων που μεγαλώνουν μαζί του και συμβιώνουν πια στην ίδια αίθουσα, εμείς οι παλιότεροι πίσω πίσω, οι πολύ νεότεροι μπροστά με σηκωμένες τις γροθιές. Κι οι μουσικές του βρίσκουν διαρκώς τους δρόμους να περνάνε μέσα από τα ποτάμια όλων μας.

Κι αν γίνονται στις μέρες μας πιο «σκληρές» και πιο «δυνατές» είναι προφανώς γιατί μας φαίνεται πολύ πιο σκληρός κι ο κόσμος όταν κλείνουν τα φώτα και βγαίνουμε έξω στο κρύο. 

Πέμπτη 1 Σεπτεμβρίου 2016

Ερώτημα και απάντηση μόνον ο άνθρωπος- Για την παράσταση «Επτά επί Θήβας» του ΚΘΒΕ


Με ένα πολύ δυνατό χειροκρότημα που κράτησε για αρκετά λεπτά, υποδέχθηκε το γιαννιώτικο κοινό την παράσταση «Επτά επί Θήβας» που έφερε στο ανοιχτό θέατρο της ΕΗΜ το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδας. Επιβράβευσε έτσι, τη δουλειά όλων αυτών των ανθρώπων που ανέλαβαν να παρουσιάσουν αυτό το μάλλον δύστροπο κείμενο στο οποίο τα περισσότερα εννοούνται και περιγράφονται χωρίς να είναι παρόντα στη σκηνή. 
Το θεατρόφιλο κοινό που επιμένει κάθε χρόνο να παρακολουθεί αρχαίο δράμα, γίνεται πλέον ένας παράγοντας κι αυτός της παράστασης κατά κάποιον τρόπο. 
Οι αρχαίες τραγωδίες παίζονται συνέχεια στη χώρα μας, αποτελούν σχολικά αναγνώσματα, είναι σημεία αναφοράς στην πολιτική και κοινωνική συγκυρία, ταυτίζονται με το καλλιτεχνικό μας καλοκαίρι στα ανοιχτά θέατρα ανά την επικράτεια. Υπό κάποια έννοια, είναι αδύνατον να ανεβάσεις πια μία παράσταση αρχαίου δράματος χωρίς να λαμβάνεις υπόψη το κοινό. Το πώς θα το μετρήσεις και πώς θα σε επηρεάσει είναι άλλη ιστορία. 
Ο σκηνοθέτης Τσέζαρις Γκραουζίνις στην προκειμένη περίπτωση καταφέρνει να παρουσιάσει μία ολοκληρωμένη παράσταση με ευδιάκριτες τις αναγνώσεις του στο κείμενο του Αισχύλου και μία συντεταγμένη και μελετημένη προσπάθεια συνομιλίας με το κοινό, που βρίσκει το δρόμο της. Ας μην ξεχνάμε, ότι μιλάμε για θέατρο, για μία ζώσα τέχνη του σήμερα και όχι με μία φιλολογική ανάγνωση ενός αρχαίου τεκμηρίου ή μία έρευνα πάνω σε ένα κείμενο. Πολλοί θεατές το ξεχνάνε αυτό.
Ως θεατρική παράσταση συνεπώς οι «Επτά επί Θήβας» του ΚΘΒΕ είναι ένα καλό παράδειγμα για το πώς μπορεί να παρουσιαστεί σήμερα η τραγωδία του Αισχύλου και έχει τη δυνατότητα να το κάνει αυτό για το ευρύ κοινό, ακόμα και για τους μη Έλληνες. Τα σημάδια της είναι ευδιάκριτα για κάθε θεατή, ανεξάρτητα γλώσσας, ιδεολογίας ή πολιτικών αντιλήψεων σήμερα. 

Συναντήσεις
Σε τρία σημεία της παράστασης, που συνοδεύονται κι από μερικές έξοχες σκηνές, διακρίνονται τα ανοίγματα της παράστασης που επιτρέπουν στον τραγικό λόγο να συναντήσει και τον θεατή στις κερκίδες.
Αρχικά, οι γυναίκες, μαθημένες μέσα στο χρόνο να συλλαμβάνουν τα μηνύματα που στέλνει η βία πριν ξεσπάσει, είναι ανήσυχες και φοβισμένες για την επιθετικότητα του στρατού που πολιορκεί τα τείχη. Αγριεμένες, με τραχιά φωνή, με αγκυλωμένα σώματα που αναζητούν διαφυγές, οριοθετούν τον κύκλο. Ο θάνατος είναι εδώ… Σιγά σιγά περνάνε στο θρήνο, στο μοιρολόγημα του αναπόφευκτου που είναι η μοίρα τους, θύματα του πολέμου και της εξουσίας που δεν υπολογίζει τις ζωές κανενός στο δρόμο για την ισχύ και την κυριαρχία.
Ο βασιλιάς στη συνέχεια, φοβάται και ο ίδιος μαθαίνοντας ότι οι επτά πύλες της πόλης του καταλαμβάνονται από πανίσχυρους εχθρούς. Πιάνεται από ό,τι μπορεί, βγάζει μπροστά τους δικούς του, ξεθάβει τα παλιά όπλα. Δεν μπορεί να ξεφύγει από αυτήν τη μοιραία σύγκρουση. Τι γελοίος όμως είναι ο πόλεμος;  Πόσο κωμικός γίνεται ο άνθρωπος που ντύνεται με πανοπλίες και ασπίδες και πάει να πολεμήσει… Ποιον να πολεμήσει; Ποιον να νικήσει; Χάσει, νικήσει, η μοίρα του δεν είναι ο θάνατος, κάποια στιγμή, «δύο μέτρα γης, στενής»; Κι όμως,  το αίτημα της ζωής ποτέ δεν υποχωρεί. Οι άνθρωποι θα βυθιστούν βαθιά στην πρωταρχική τους ύλη, στην εκκίνηση των πάντων, την ανάγκη να επιβιώσουν πάση θυσία. Η βακχική τους μύηση στο πρωτόγονο, οι ήχοι αρχέγονων καλεσμάτων, ο χτύπος του σώματος που πάλλεται. Ο άνθρωπος μπορεί να γίνει όσο σκοτεινός χωράει για να κερδίσει ένα λεπτό ακόμα ζωής.
Ο βασιλιάς Ετεοκλής, σαν έμβρυο που ξυπνάει, σαν άνθρωπος που επαναλαμβάνει τη γέννα του ξανά και ξανά, σηκώνεται να αντιμετωπίσει τη μοίρα του. Αλλά τώρα, δεν αρκεί απλώς να πολεμήσει τον εχθρό μαζί με τον λαό του που είναι κι αυτός έτοιμος πια να σταθεί πλάι του όπως μπορεί. Τώρα, στη μία πύλη στέκεται ο αδερφός του. Τον αδερφό του πρέπει να σκοτώσει αν θέλει να ζήσει ο ίδιος. 
Τον εαυτό του πρέπει να σκοτώσει. Πώς αλλιώς; Αυτή δεν είναι η κατάρα του Οιδίποδα που κληρονόμοι του είμαστε όλοι κι όχι μόνοι οι δύο διάδοχοί του; Από τη σκοτεινή μήτρα γεννημένοι για τα πάντα και για το τίποτα. Γεννιόμαστε για να αρχίσουμε το δρόμο προς το θάνατο. Και σε κάθε μας βήμα η ερώτηση και η απάντηση είναι πάντα ο άνθρωπος. 
Τα δύο αδέρφια θα μονομαχήσουν πάνω στη σκηνή, χωρίς κείμενο, εκτός κειμένου, δεν έχουν σημασία πια οι λέξεις, τα σώματα μόνο, που στο τέλος θα απομείνουν όρθια, στα δύο τους πόδια το καθένα, αλλά χωρίς ζωή. Το σώμα μας είναι η πιο χειροπιαστή απόδειξή μας ότι ζούμε, ότι υπάρχουμε και υπήρξαμε. Γι’ αυτό και οι νικητές, πάντα φροντίζουν να οριοθετούν το σώμα, να ορίζουν ακόμα και τις συνθήκες της ταφής του. Ο κήρυκας, βέβαιος πια ότι τη γλύτωσε, ότι τον κέρδισε τον θάνατο μαζί με το λαό του, θα επιβάλλει την ταφή μόνο για τον Ετεοκλή ενώ  ο προδότης Πολυνείκης θα πρέπει να μείνει άταφος. Η πόλη διχάζεται. Το παιχνίδι ξεκινάει από την αρχή. Όλα από την αρχή, σαν μην έμαθε τίποτα ποτέ κανένας, σαν μην κατάλαβε τι έγινε κανείς σε αυτήν την πόλη. Οι άνθρωποι πιστεύουν ότι θα ζουν αιώνια σαν τους θεούς τους. Τώρα οι θεοί είναι δικοί μας, με το μέρος μας. Μόνο η Αντιγόνη μιλάει παράταιρα, και μνημονεύει ακόμα την υποχρέωση να σεβόμαστε το σώμα του ανθρώπου, τον άνθρωπο, την ύπαρξή του ως μνήμη ακόμα κι όταν φεύγει. Ο αγώνας του ανθρώπου ενάντια στην εξουσία είναι ο αγώνας της μνήμης ενάντια στη λήθη, όπως έχει γράψει κι ένας άνθρωπος που γνώριζε από τον τρόπο που διαχειρίζονται οι εξουσίες τους ανθρώπους.

Ο πόλεμος

Δεν μπορείς να μην κάνεις μερικές σκέψεις για τον πόλεμο και πόσο άδικος είναι, πόσο φοβερός είναι και τελικά και πόσο φρέσκος και νεανικός στα μάτια των ανθρώπων. Ξανά και ξανά, ο πόλεμος επιλέγεται για να «λύσει» όσα δεν κατάφερε να ξεμπλέξει ο ειρηνικός βίος. Αν η βία κρατιέται τόσο νέα στην ιστορία των ανθρώπων, δεν σημαίνει κι ότι κάτι βαθύ και σκοτεινό κυριαρχεί μέσα τους;
Και είναι και ο εμφύλιος πόλεμος. Ο εμφύλιος που δεν έρχεται από ένα ακατανόητο και δήθεν απροσδιόριστο σύμπαν έξω από τις ανθρώπινες κοινωνίες, αλλά πηγάζει ακριβώς από τις αντιφάσεις, τις αντιθέσεις και τις δυναμικές που επί δεκαετίες συμπιέζονται μέσα στις κοινωνίες. Κι ο εμφύλιος, ακριβώς γιατί είναι ένας πόλεμος κατά του εαυτού, είναι πολύ πιο σκληρός και αιμάτινος από κάθε άλλο πόλεμο.
Δεν μπορείς να μην σκεφτείς, τον ελληνικό εμφύλιο, ή κάνοντας ένα μικρό άλμα, τον τρόπο που διάβαζε την ελληνική ιστορία ο Θόδωρος Αγγελόπουλος στον «Θίασο», μέσα από την αρχαία τραγωδία. 

Στο τέλος, πρέπει να ανορθωθείς, να βγεις από αυτό το σκοτεινό πλαίσιο της ταύτισης και της υπαρξιακής αγωνίας που σου υποβάλλει το έργο. Η παράσταση έδωσε διαφυγές, μέσα από την πολύ καλή αντίστιξη της μουσικής, τις ωραίες ερμηνείες του χορού και τον καθαρό λόγο της μετάφρασης, τη στιβαρή παρουσία του Ετεοκλή στο κέντρο της σκηνής. Το φινάλε είναι δύσκολο. Οι τραγικοί ήρωες αδυνατούν να κινηθούν. Αν κινηθούν, θα κάνουν κατά πάσα πιθανότητα τις ίδιες διαδρομές, τα ίδια λάθη. Μέχρι να βρει ο άνθρωπος το δρόμο της απελευθέρωσής του. Μέχρι…
Εμείς σηκωνόμαστε και χειροκροτούμε ευγενικά τους ηθοποιούς, για αυτόν τον παράδοξο δρόμο που έχουν διαλέξει στη ζωή τους, να πρέπει να παίρνουν άλλους ανθρώπους από το χέρι και να τους οδηγούν στα κατάβαθα της ύπαρξης.

Το δημοσίευσα στην εφημερίδα Ελευθερία των Ιωαννίνων στις 26.8.2016

Δευτέρα 6 Ιουνίου 2016

Είμαστε οι καλύτεροι μέσα στον κόσμο μας

Κάνεις μία κουβέντα με κάποιον που ξέρει πολλά, αλλά κάποια στιγμή καταλαβαίνεις ότι υπάρχουν θέματα που τα αγνοεί τελείως. Δεν είναι απλό… Ανοίγεις μία συζήτηση για τα άστρα και τη διαστημική τεχνολογία και ο συνομιλητής σου σε εκπλήσσει με τις γνώσεις του. Μόλις πας όμως να συζητήσεις το πρόβλημα της λίμνης μας ας πούμε, εκεί πέφτεις σε κενό, λες και δεν υπάρχει πρόβλημα.
Κι ακόμα χειρότερα. Ο απέναντι είναι πολύ προοδευτικός σε θέματα οικολογίας και σε εντυπωσιάζουν οι θέσεις του για την ενέργεια από τον ήλιο ή τη βιώσιμη μετακίνηση στην πόλη με ποδήλατα, αλλά μόλις πιάσεις το προσφυγικό ακούς κλασσικές ακροδεξιές θέσεις, τύπου ας κάτσουν σπίτι τους οι πρόσφυγες και κάποτε πρέπει να νιώσουν ότι υπάρχουν σύνορα στην Ευρώπη. Οικολογία μεν αλλά να μην πολυανακατωνόμαστε και μεταξύ μας.
Αν αφαιρέσουμε από μπροστά μας το θέμα των σκοπιμοτήτων και δεχτούμε ότι όλοι είναι καλοπροαίρετοι, τότε πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι υπάρχει ένα πρόβλημα με τους κόσμους που ο καθένας μας είναι κλεισμένος. Κι είναι ακόμα μεγαλύτερο όταν αρνούμαστε να γνωρίσουμε και τους άλλους κόσμους που είναι δίπλα μας.
Γιατί είναι όντως πρόβλημα να μην καταλαβαίνεις ότι υπάρχουν κι άλλοι τρόποι σκέψης κι άλλοι τρόπο ζωής, πέρα από τον δικό σου. Γιατί εν τέλει είναι πρόβλημά σου να νομίζεις ότι το μικρό σου σύμπαν μπορεί να χωρέσει και τη ζωή των άλλων.

Και τελικά είναι και μία αποτυχία της εκπαίδευσης να μην σε έχει πείσει για την ολότητα και να σου έχει επιτρέψει να αποθεώνεις το δικό σου κύκλο και μόνο. 

Διαβάζουν χιλιάδες σελίδες ιστορίας

Παιδιά μικρά και διαβάζουν χιλιάδες σελίδες ιστορίας από το Δημοτικό ως το Γυμνάσιο για να δώσουν εξετάσεις. Εμείς οι ενήλικες, αν μας έβαζαν τόση ύλη θα τα παρατούσαμε και θα φεύγαμε. Τα παιδιά μας όμως τα πιέζουμε να μην φύγουν, να μείνουν και να διαβάσουν, να πάρουν εικοσάρια και να περάσουν με επιτυχία τις εξετάσεις. 
Αλλά δεν είναι η μόνη μας αντίφαση, αφού υπάρχει κι άλλη: Πιέζουμε τα παιδιά να μάθουν ιστορία, αλλά εμείς δεν ξέρουμε ιστορία. Αναμασούμε στερεότυπα και ιδεολογικές αναγνώσεις, δεν ξέρουμε καλά τα γεγονότα, αδυνατούμε τελείως να προχωρήσουμε σε ερμηνείες. Αυτό σημαίνει ότι δεν πάει καλά το σύστημα εκπαίδευσης, γιατί κι εμείς από αυτό βγήκαμε. Όχι ότι δεν πρέπει να κουράζεται ο μαθητής και στο διάβασμα της ιστορίας. Η χαλάρωση και η έλλειψη πειθαρχημένης μελέτης θα τον απομακρύνουν τελικά από τη γνώση. 
Περισσότερο όμως είναι ότι διαβάζουν ιστορία που δεν τους αφορά. Ή μοιάζει να μην τους αφορά. Το μάθημα πρέπει να αποδεικνύει στα παιδιά ότι χρειάζονται την ιστορία στην καθημερινή τους ζωή, ότι την έχουν ανάγκη. Αν δεν το πετύχει, όσο κι αν κάτσουν τα παιδιά και διαβάσουν, τίποτε νέο δεν θα προκύψει. 

Παρασκευή 3 Ιουνίου 2016

Το κάπνισμα πέρα από την κανονικότητα

Το κάπνισμα δεν μειώνεται στην Ελλάδα- αν και έχει καθοδική πορεία- γιατί δεν αποτελεί για όλους «εθισμό», ασθένεια ή κατάχρηση, όπως περιγράφεται επιστημονικά. Αντίθετα είναι μία «κανονική» συνήθεια ενός κανονικού τρόπου ζωής. Αν ψάξτε τις φωτογραφίες του πρόσφατου παρελθόντος θα δείτε ότι για έναν άνδρα επιβάλλονταν να καπνίζει για να έχει μία υπόσταση. Αυτό είναι λίγο πολύ γνωστό. Το ερώτημα είναι γιατί δεν καταφέραμε να το αλλάξουμε αυτό ριζικά, εκεί που σε άλλες κοινωνίες, πιο προηγμένες έγινε πιο εύκολα. Γιατί δεν καταφέραμε να δείξουμε ότι το κάπνισμα είναι κάτι έξτρα, μία επιλογή που δεν είναι φυσιολογική αλλά έχει να κάνει με τις επιθυμίες των ανθρώπων- έστω να περιορίσουμε τις επιθυμίες που δεν είναι φυσιολογικές όσο ενοχλούν άλλους δίπλα μας.

Ίσως γιατί μας ήταν δύσκολο να καταλάβουμε το πρόβλημα της κανονικότητας. Έχει να κάνει σίγουρα με συντηρητικά στερεότυπα τύπου ποιος είναι άνδρας και ποιος δεν είναι. Αλλά κι όταν αυξήθηκε η χρήση στις γυναίκες πάλι το κάπνισμα μπλέχτηκε με άλλες αξίες όπως η χειραφέτηση από τα πρέπει της εποχής.

Το δύσκολο τελικά είναι να αποχωριστούμε από τα στερεότυπα. Γιατί το κάπνισμα ως επιλογή δεν είναι πρόβλημα. Ο καθένας έχει δικαίωμα στις επιλογές του. Ή τέλος πάντων μία τέτοια επιλογή, η οργανωμένη κοινωνία την αντιπαλεύει ή της βρίσκει το χώρο της. Με τα «αυτονόητα» και τα στερεότυπα τα βγάζει πέρα δύσκολα. Γι’ αυτό και δεν με νοιάζει ποιος κι αν καπνίζει. Φτάνει να μην το κάνει στα μούτρα μου. Και να έχει επίγνωση των συνεπειών της επιλογής του. Να μην κλαίγεται στο τέλος για τα μαύρα του πλεμόνια. Κι αν επιμένει να καπνίζει, να το κάνει περήφανος, επιδεικτικά, κι όχι καταπιεσμένα μόνο για να ηρεμήσουν οι νευρώνες του.

Σάββατο 21 Μαΐου 2016

Διπλό το νόημα της αλληλεγγύης


 Πολύ ενδιαφέροντα είναι τα στοιχεία για το προσφυγικό που φέρνει στο φως η έκθεση της Interpol και της Europol και τα οποία βρήκαν ευρεία δημοσιότητα (εδώ).
Πάνω από 5 δισεκατομμύρια ευρώ ήταν πέρσι τα κέρδη για τους διακινητές ανθρώπων, εκμεταλλευόμενοι το κύμα μεταναστευτικών και προσφυγικών ροών προς την Ευρώπη
Εννέα στους δέκα πρόσφυγες και μετανάστες που εισήλθαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση το 2015 βασίστηκαν σε «υπηρεσίες διευκόλυνσης», κυρίως δίκτυα εγκληματιών που προσαρμόζουν και επεκτείνουν τη δράση τους σε όλο το μήκος των προσφυγικών διαδρομών, ενώ αυτό το ποσοστό αναμένεται να είναι μεγαλύτερο φέτος,
Οι περισσότεροι από τους ένα εκατομμύριο και πλέον μετανάστες και πρόσφυγες που εισήλθαν σε κράτη– μέλη της ΕΕ τον περασμένο χρόνο, πλήρωσαν από 3.000 ευρώ έως 6.000 ευρώ. Από αυτό προκύπτει ότι μέσος όρος του συνολικού κέρδους να κυμαίνεται από 5 έως 6 δισεκατομμύρια ευρώ.
Τα νούμερα είναι απίστευτα υψηλά σε αυτά που διαβάζουμε. Αλλά δεν είναι η πρώτη φορά που διαβάζουμε κάτι ανάλογο. Ούτε θα πρέπει να μας κάνει εντύπωση ότι τα κυκλώματα χρησιμοποιούν και τοπικά δίκτυα ή ότι ξεπλένουν τα χρήματα σε υγιείς επιχειρήσεις. Πώς αλλιώς να γίνει;
Αυτό που πρέπει να καταλάβουμε εμείς που συχνά χάνουμε τη μεγάλη εικόνα και τρομάζουμε από όσα συμβαίνουν στο μικρό μας περίγυρο είναι ότι μπορεί ο πρόσφυγας και ο μετανάστης να έχουν τα δικά τους κίνητρα όταν περνάνε τα σύνορα- το κίνητρό τους είναι κυρίως να φύγουν μακριά από τον πόνο, τον θάνατο ή τη φτώχεια- για πολλούς όμως άλλους, ο πρόσφυγας δεν είναι παρά ένα εμπόρευμα, ένα μέσο για να βγάλουν λεφτά. Κι αυτό πρέπει να κάνει όλους εμάς τους φιλήσυχους πολίτες, διπλά πιο αλληλέγγυους στους πρόσφυγες γιατί έτσι σηκώνουμε κι ένα τείχος προς το έγκλημα.




Τρίτη 17 Μαΐου 2016

Πέρα από τις προσωπικές αφηγήσεις


Το πιο εύκολο είναι να κάνεις πολιτική χωρίς να σε αφορά εσένα προσωπικά. Έτσι, αναγνωρίζεις άμεσα τη σημασία του ουκρανικού τραγουδιού που κέρδισε τη Eurovision επειδή «επιτέλους, αναδείχτηκαν τα εγκλήματα του Στάλιν». Και δεν σε νοιάζει που αύριο μπορεί κάποιος άλλος να τραγουδά για τα «εγκλήματα των Ελλήνων» στον δικό του λαό. Εδώ έφτασαν επιστήμονες να μας λένε ότι οι Έλληνες πρέπει να αποζημιώσουν τους Γερμανούς για την Κατοχή και όχι το αντίθετο που επιβάλλει η κοινή λογική.
Σε ένα κάποιο επίπεδο- όχι ασήμαντο- όλα είναι προσωπικές ιστορίες και ως τέτοιες έχουν τη δική τους σημασία. Σωστό. Σε προσωπικό επίπεδο, κάθε αφήγηση είναι σημαντική. Είναι σημαντική η αφήγηση του Τατάρου που συνεργάστηκε με τους Ναζί, εκείνου που συνεργάστηκε με την Αντίσταση κι εκείνη των απογόνων των θυμάτων των Ναζί ή του Στάλιν. Ως προσωπικές ιστορίες μπαίνουν η μία δίπλα στην άλλη και θεωρούνται όλες σημαντικές γιατί μας αποκαλύπτουν το μέρος ενός κόσμου.
Εκεί είναι όμως που έρχεται η επιστήμη της Ιστορίας για να ελέγξει, να θέσει προτεραιότητες, να συγκρίνει και να συνθέσει, να μας δώσει διαστάσεις του χρόνου και του χώρου.
Κι εκεί είναι που έρχεται και η πολιτική, για να ενώσει τα κομμάτια, να βρει το νέο, συλλογικό όλον και να υπερβεί τις κατακερματισμένες ατομικότητες και τις ξεχωριστές αφηγήσεις.

Φυσικά όλα αυτά δεν μπορούν να γίνουν σε έναν διαγωνισμό τραγουδιού. Το θέμα είναι πού μπορούν να γίνουν; Πού θα δώσουμε χώρο στην Ιστορία και την πολιτική ώστε να βρεθούν οι νέες συνισταμένες της συνύπαρξης; Ποιος θα ενώσει τα κομμάτια;

Κυριακή 27 Μαρτίου 2016

Πού θα βρεις τις λέξεις που χάνονται

 Στο τέλος της ημέρας δεν έχει μείνει ούτε μισή λέξη. Τις έφαγε ο κάματος της ημέρας, η καθ΄ επάγγελμα επίκλησή τους. Και η ανάγνωση. Γιατί η ανάγνωση τρώει τις λέξεις. Στην αρχή. Στην αρχή χρειάζεται να διαβάσεις πολύ. Μετά όμως θα ξεπηδήσουν από μέσα τους τα γράμματα και οι φόρμες τους. Γιατί οι λέξεις είναι μικρά καραβάκια που αρχίζουν και πλέουν μόλις γεννηθούν τα κύματα των νοημάτων. Στη συνέχεια, από τη στιγμή που θα ξεκινήσουν το ταξίδι τους, θα γεννήσουν και νέα νοήματα. Δεν σταματάει ποτέ αυτό το ταξίδι. Άρα η ανάγνωση σκοτώνει και γεννάει συνέχεια λέξεις.
Αλλά από ένα σημείο και πέρα, νιώθεις ότι στερεύεις. Είναι σαν τον οφθαλμίατρο που μου συστήνει για τα προβλήματα στα μάτια, να μην τα κουράζω. Δίκιο έχεις γιατρέ μου, αλλά η οθόνη είναι κομμάτι της δουλειάς πια, μην πω και κομμάτι του δικού μου σώματος, σαν επέκταση που θα έλεγε και ο θείος Κρόνεμπεργκ.

Με τα χρόνια έπαψα να αναζητώ λύσεις. Δεν υπάρχει τρόπος να βρεις τις λέξεις που χάνονται. Το διάβασμα είπαμε, μοιάζει να αναζωογονεί την έμπνευση. Και η υπομονή. Περιμένεις μέχρι να σε βρουν αυτές…

Να ξέρεις και να τα κάνεις να φαίνονται εύκολα (για τον Άγγελο Κίτσο)

Θυμάμαι κάτι μεσημέρια στο σπίτι του αείμνηστου Άγγελου Κίτσου στο Μονοδένδρι, έξω ζέστη και πέτρα, όπως είναι το καλοκαίρι στο Ζαγόρι, που έβγαζε στο τραπέζι τα επόμενα σχέδια που είχε. Κάθονταν ώρα και περιέγραφε πόσο ωραία ήταν μία φωτογραφία με πτυχές ενός αρχαίου αγάλματος ή μία λεπτομέρεια από ένα κέντημα λαϊκής χειροτεχνίας. Την ίδια στιγμή μίλαγε για εκθέσεις και εκδόσεις και προϋπολογισμούς και κινητοποιήσεις μεγάλες.
Ο Κίτσος ήταν ένας βαθιά μορφωμένος άνθρωπος χωρίς να διαθέτει τα τυπικά εχέγγυα που σήμερα κολλάμε δίπλα στη γνώση με ακαδημαϊσμούς και τίτλους. Το κυριότερο όμως ήταν ότι ήξερε πώς γίνεται. Γι’ αυτό και ήταν ο μόνος Ηπειρώτης που μπορούσε να μιλάει κατευθείαν με τις ηγεσίες πολύ μεγάλων ιδρυμάτων και φορέων και να αναλαμβάνει τη διαχείριση μεγάλων έργων.

Και μία έκθεση φωτογραφίας είναι μεγάλο έργο. Και ένα βιβλίο. Πόσο δουλειά χρειαζόταν για να γίνει η πλάκα φωτογραφία και μετά τύπωμα… Και είχε και την ικανότητα να τους βρίσκει τους καλούς συνεργάτες που ήξεραν να κάνουν καλή δουλειά. Γι’ αυτό και τελικά το αποτέλεσμα ήταν τόσο σημαντικό. Και το μυστικό πάντα του γνώστη, είναι ότι τα κάνει όλα στο τέλος να φαίνονται εύκολα. Ότι μπορεί να τα κάνει ο καθένας. Μόνο που αυτό που δεν είναι αλήθεια. Γι’ αυτό και άφησε κενό για όσους γνωρίζουν, η απώλεια του Άγγελου. 

Στη φωτογραφία ο Άγγελος Κίτσος δείχνει ένα από τα σχέδιά του 
στον Δήμαρχο Αθηναίων το 2007 Ν. Κακλαμάνη

Παλεύοντας για τη δημοκρατία σε καιρούς διακινδύνευσης

Οι καιροί της έντασης, της πόλωσης, της διακινδύνευσης είναι εδώ παρόντες. Το προσφυγικό καθηλώνει την ελληνική κοινωνία και αποκαλύπτει δυνατότητες, ανεπάρκειες και προοπτικές. Την ίδια ώρα το τρομοκρατικό χτύπημα στις Βρυξέλλες φέρνει το φόβο και τον θάνατο στο σπίτι του πολίτη της διπλανής πόρτας σε όλη την Ευρώπη. Φράχτες ορατοί και αόρατοι υψώνονται μπροστά μας, δεσμά πρωτοφανή για τις εποχές μας, δεσμεύουν το παρόν και το μέλλον μας.
Η ελευθερία, η κρίση και ο στοχασμός, ακόμα και απλές καθημερινές πράξεις όπως η μετακίνηση ή το ταξίδι, περνάνε από τη σφαίρα του ατομικού και του δικαιώματος, στην πλευρά της εξουσίας, των όπλων, των σκοτεινών επιδιώξεων για κατίσχυση.

Καμία εξίσωση
Ο συσχετισμός του προσφυγικού με την τρομοκρατία είναι άτοπος με όποιο σκεπτικό κι αν γίνεται. Καμία εξίσωση δεν μπορεί να λύσει το πρόβλημα, καμία διέξοδος δεν μπορεί να προέλθει από δήθεν «πολιτικές» που εξηγούν τα όσα συμβαίνουν μέσα από πολύπλοκα ιδεολογικά σχήματα και «αποκαλυπτικά» οράματα δυστοπίας. Όχι, δεν είναι η απάντηση σε όλα ο «καπιταλισμός». Δεν τέλειωσαν όλα, δεν είναι έρμαιο ακόμα οι άνθρωποι στα χέρια της τρομοκρατίας, των δουλεμπόρων και των εγκληματιών πολέμου. Όποιος θεωρεί ότι αυτή είναι η «φυσική εξέλιξη» του κακού που είναι στον πυρήνα του καπιταλισμού, τότε παραδίδεται, απενεργοποιείται και σταματά να εργάζεται για την εμπέδωση της δημοκρατίας και την προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Και παίζει φυσικά ακριβώς το παιχνίδι της τρομοκρατίας που θέλει να δικαιώνεται στο έλλειμμα δημοκρατίας των προηγμένων ευρωπαϊκών κρατών. Καμία δημοκρατία με προβλήματα δεν μπορεί να εξισώνεται με την τυφλή βία, νεοναζιστικών καθεστώτων, όποια μάσκα κι αν φοράνε αυτά κι όποια κοινωνική δυσαρέσκεια κι αν έρχονται δήθεν να εκφράσουν.

Διαρκής αγώνας
 Το κρίσιμο συνεπώς δεν είναι να καταδικάζουμε τη βία «από όπου κι αν προέρχεται». Αντίθετα είναι να αγωνιζόμαστε διαρκώς και ακατάπαυστα για τη δημοκρατία, την ελεύθερη έκφραση, το ίδιο το αγαθό της ζωής. Τότε είναι που μπορούμε να βρούμε και τρόπους προστασίας των κοινωνιών, των πόλεων και της ζωής, τότε είναι που ανοίγουν οι δρόμοι για την βοήθεια προς τον άλλο και την αλληλεγγύη που υμνεί την αγάπη για τη ζωή.