Τετάρτη 29 Απριλίου 2009

Ο ΙΩΝΑΣ

σε χαράδρα σκουπιδιών που εγώ φωνάζω μήτρα
έξω πόλεως
τέλος θεού κατακάθια
μονάχος στερεώνομαι και υπόγειος αναβλύζω
πολεμώ ν' αναστήσω το παλιό μου σπίτι
η λέξη "παιδί" μπαγιάτικη σήμερα
ο στίχος τότε νεαρός μακρυμάλλης έν' αερόστατο το δωμάτιο
(1979 πάντα)
σφαλνώ τα μάτια
και βγαίνουν ξεχασμένα έπιπλα
παπούτσια δεμένα σε κρεμάστρες
κάτι σερβίτσια σκουριασμένα
μπαμπάκια με ιώδιο
ρούχα που λένε πώς ξεφτίσαν και πετάχτηκαν
οσμές παλιές χνότου ιδρώτα φυτά ξεθυμασμένα
που δύσκολα τι δύσκολα που στήνονται θολώνουν
ανοίγω τα βλέφαρα κι αγγίζω
πίσω από τους ώμους μου άμοιρα οικόπεδα
πολυκατοικίες
καταστήματα
κι ένας ναός
κορμί από παλιά οιδιπόδειο
θυμάμαι

Θάνος Φωσκαρίνης, Αυτόχειρη ασκημία, ουσίες και συντηρητικά,
εκδόσεις Παρουσία, 1998

Τρίτη 28 Απριλίου 2009

Ευ ζην, όχι lifestyle από τον Σπύρο Βλέτσα

Μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Μελάνι το βιβλίο του Γιαννιώτη συγγραφέα Σπύρου Βλέτσα «Ευ Ζην, όχι lifestyle!» και υπότιτλο «Αποφεύγοντας τις παρενέργειες της κατανάλωσης».
Επειδή το διάβασα λίγο πριν πάρει το δρόμο για το τυπογραφείο ξέρω ότι είναι ένα καλογραμμένο, έξυπνο και χρήσιμο βιβλίο που έρχεται ακριβώς μέσα σε μια συγκυρία που μας επιβάλλει να σκεφτούμε τι καταναλώνουμε, για ποιο λόγο το κάνουμε και πώς θέλουμε να ζήσουμε στο μέλλον ατομικά και συλλογικά.
Παλιότερα δεν γράφονταν τέτοια βιβλία στη χώρα μας, τώρα γράφονται ίσως γιατί όλο και περισσότερος κόσμος αναζητά τη δική του ταυτότητα πέρα από τους ιδεολογικούς διαχωρισμούς του παρελθόντος και με γνώμονα μια καλύτερη ποιότητα ζωής.
Ο Σπύρος Βλέτσας είναι γνωστός στην πόλη μέσα από πολλούς τρόπους. Από τα ποιήματά του και τα κείμενά του στις αρχές του ’80, από τις ταινίες του λίγο μετά, από το Ματζάτο και τον Σταθμό, πρόσφατα για την ποιητική του συλλογή «Επί των στρωμάτων» (από τις εκδόσεις Μελάνι επίσης).
Το κείμενο που συνοδεύει το βιβλίο έχει ως εξής:
«Η κατανάλωση αποτελεί, θέλοντας και μη, έναν σύγχρονο τρόπο με τον οποίο εκφραζόμαστε και επικοινωνούμε. Κατανοούμε όμως το πώς επηρεάζει τη ζωή μας και τη σχέση μας με τους άλλους;
Γιατί ενώ η κατανάλωση υπόσχεται την ευτυχία, συχνά φέρνει προβλήματα και δυσαρέσκεια; Γιατί συνεχώς παρουσιάζονται καινούριες ανάγκες και η ικανοποίηση αναβάλλεται;
Μήπως χρειάζεται να επανεκτιμήσουμε τις ανάγκες και τις προτεραιότητες μας, όχι για να ζήσουμε σαν ασκητές, αλλά για να κρατήσουμε την ευχαρίστηση και να αποφύγουμε τις παρενέργειες;
Τι μπορούμε να κάνουμε για να προστατεύσουμε την ισορροπία και το εισόδημά μας; Πώς θα αναζητήσουμε την ταυτότητα μας πέρα από τα σύμβολα της κατανάλωσης;
Ο συγγραφέας ξεκινάει από τη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα και ανατρέχει σε μεγάλους φιλοσόφους, κοινωνιολόγους, οικονομολόγους και λογοτέχνες– από τον Αριστοτέλη και τον Επίκουρο μέχρι τον Μπόρχες και τον Κούντερα– οι οποίοι συνεισφέρουν με τη διαπεραστική ματιά τους σε ένα πρωτότυπο βιβλίο».
Φυσικά θα επανέλθουμε στο βιβλίο και τον συγγραφέα του.

Η πολιτική ως τέχνη του εφικτού... δεν φτάνει

Η πολιτική ως τέχνη του εφικτού, παραμυθία άλλων εποχών που μαστίζει τα ονειρικά έλη των σύγχρονων πολιτικών, αδυνατεί να τεχνουργήσει σήμερα. Γιατί το εφικτό δεν είναι προφανές ώστε να μπορέσει και ο κάθε λογής πολιτικός της ρεάλ πολιτίκ να κάνει το δικό του κομμάτι στο γήπεδο, να καταφέρει δηλαδή το αυτονόητο και να ζητήσει στη συνέχεια την επιβράβευσή του ως άλλος Ηρακλής μετά τον άθλο του.
Άλλωστε αν ήταν μπροστά μας η λύση ως μια εφικτή διέξοδος, πιθανότατα δεν θα είχαμε και την ανάγκη της πολιτικής κάστας που μας διαφευντεύει με τον έναν ή τον άλλο τρόπο όλη αυτήν την περίοδο που οι ίδιοι ονόμασαν Μεταπολίτευση. Το κρίσιμο δηλαδή ζήτημα της εποχής δεν είναι η «διέξοδος από την κρίση», αλλά ο πολιτικός μετασχηματισμός εκείνος που τουλάχιστον θα προστατεύει την κοινωνία από τις βαρύτατες συνέπειες κρίσεων που μαγειρεύονται στους σκοτεινούς ζωμούς της ελεύθερης αγοράς.
Η περίοδος που διανύουμε χαρακτηρίζεται κι ως περίοδος «χαμηλών προσδοκιών». Εννοούν, κάτι σαν το «δεν περιμένουμε πολλά από το μέλλον» φαντάζομαι. Είναι όμως άραγε τόσο απλός αυτός ο τεμαχισμός του ιστορικού γίγνεσθαι;
Η περίοδος των «υψηλών προσδοκιών» ήταν αμέσως μετά τον πόλεμο. Το κοινωνικό κράτος στην Ευρώπη, το αμερικάνικο όνειρο στην από ‘κεί μεριά, η κυριαρχία της σοσιαλδημοκρατίας, η άνοδος της αριστεράς και αργότερα των νέων κινημάτων. Σύμφωνα με αυτήν τη θεώρηση των πραγμάτων τότε οι άνθρωποι προσδοκούσαν. Σήμερα δεν προσδοκούν. Έτσι όμως αποκρύπτεται ότι οι μεγάλες προσδοκίες ήταν αποτέλεσμα και μεγάλων αγώνων, συγκρούσεων, αγωνίας για το μέλλον, αντιφάσεων. Κι ότι οι χαμηλές προσδοκίες του σήμερα είναι σύμπτωμα κυριαρχίας συγκεκριμένων πολιτικών επιλογών και οικονομικών αντιλήψεων. Ή όχι;
Υπάρχει και μια επιμέρους πτυχή. Αποκαλύπτεται σήμερα ότι η χρηματοπιστωτική κρίση είναι αποτέλεσμα μια άναρχης κατάστασης κατά την οποία τα μεγάλα πιστωτικά ιδρύματα όπως οι τράπεζες, είχαν φτάσει στο σημείο να αγνοούν ακόμα και το τι περιείχε το χρηματοφυλάκιό τους. Αγοράζοντας και πουλώντας συνεχώς χρήμα (ομόλογα, δάνεια, πιστωτικές κάρτες, δικαιώματα στο πετρέλαιο ή το σιτάρι) κατέληγαν να ασχολούνται μόνο με το αποτέλεσμα, τα κέρδη στα τέλη της χρόνιας κι όχι το πώς αυτά παράγονταν. Με τη βοήθεια πολιτικών γραμμών όπως του νεοφιλελευθερισμού και κοινωνικών αντιλήψεων όπως η υπερίσχυση του ατόμου έναντι του συνόλου (πολιτικές και αντιλήψεις που καλλιεργήθηκαν επί δεκαετίες ως θέσφατα) διαλύθηκαν σύνορα, ξεπεράστηκαν αναστολές και παγιώθηκαν τάσεις που εν τέλει παρουσιάζονταν ως… φυσικά φαινόμενα. Έτσι είναι, έτσι τα βρήκαμε, έτσι θα πάνε.
Κάποια στιγμή όμως, ο κύκλος του χρήματος είχε γίνει τόσο αδιαφανής ώστε κανείς να μην γνωρίζει πού είναι το κέντρο του και εν τέλει να καταρρεύσουν όλοι μαζί, μόλις έπαψε το χρήμα να παράγει άλλο κέρδος. Κι έτσι σήμερα, η φυσική, η αυτονόητη γραμμή του σύμπαντος, αυτή η ελέω θεού, κυριάρχηση του φιλελευθερισμού μοιάζει με τυφώνα (για να χρησιμοποιήσουμε κι εμείς ένα φυσικό φαινόμενο) που ανατρέπει τα μέχρις πρότινος παντοδύναμα στερεότυπα. Σήμερα επανακάμπτουν οι έννοιες του ήθους, της μετριοπάθειας, του σεβασμού, της κοινωνικότητας. Το ανησυχητικό είναι ότι τις χρησιμοποιούν οι ίδιοι, εκείνοι που χρησιμοποιούσαν και τις άλλες έννοιες του «ζήσε σήμερα», του «κερδίζει ο πιο δυνατός», του «σημασία έχει να νικάς», του «ο νικητής τα παίρνει όλα», του κοσμοπολίτικου «έλα μωρέ μην είσαι μίζερος».
Αν οι ίδιοι όμως πάνω κάτω άνθρωποι, τα ίδια κόμματα, οι ίδιοι μηχανισμοί που οδήγησαν στην απόγνωση εκατομμύρια ανθρώπους, εμφανίζονται σήμερα με μια άλλη πρόταση, υποτίθεται αντίθετη από την προηγούμενη, τότε γιατί να τους εμπιστευτούμε; Αφού έτσι πήγαν τα πράγματα γιατί θα πρέπει να ξαναπάνε πάλι έτσι;
Στην Ελλάδα συνεπώς, όπως και σε πολλές άλλες περιοχές του πολιτισμένου (χα) κόσμου, όπως η Ισλανδία για παράδειγμα όπως μας έδειξαν οι πρόσφατες εκλογές της, ο κόσμος δεν έχει ούτε χαμηλές ούτε υψηλές προσδοκίες. Απλώς δεν εμπιστεύεται όσους του τάζουν διέξοδο. Στη μικροκλίμακά μας αυτό εξηγεί τη μόνιμη προεκλογική κατάσταση, τα χαμηλά νούμερα της κυβέρνησης αλλά και τα εξίσου χαμηλά νούμερα της αντιπολίτευσης όπως και την παγιωμένη περιθωριοποίηση των «μικρών κομμάτων».
Η έλλειψη εμπιστοσύνης όμως, όπως και η επακόλουθη κρίση συναίνεσης και νομιμοποίησης του συστήματος, δείγμα των οποίων ήταν κι ο Δεκέμβρης, δεν είναι κατ’ ανάγκη μια αμήχανη περίοδο. Προσφέρεται για να αναστοχασμό και αναθεωρήσεις. Μοιάζει λίγο με τον κόσμο μετά τον πόλεμο, το 1945. Και η δύναμη παραμένει στα χέρια της κοινωνίας, η οποία με τον έναν ή τον άλλο τρόπο θα κάνει τις επιλογές της. Και υπάρχει πάντα η πιθανότητα για ένα γκολ από το πουθενά.
Όπως περιέγραφε κι ο Σωτήρης Κακίσης σε ένα ποίημά του για ένα ματς της εθνικής ομάδας: «Σε μια φάση, ο μυθικός Μίμης Παπαϊωάννου κάνει μια ψηλοκρεμαστή σέντρα προς την αντίπαλη περιοχή. Δεν τρέχει κανένας δικός μας. Τότε ο Παπαϊωάννου αποφασίζει και τρέχει ο ίδιος. Τρέχει να χτυπήσει κεφαλιά στη δική του σέντρα! Τρέχει να χτυπήσει κεφαλιά στη δική του σέντρα!Τι γίνεται με τις σέντρες μου», από τη συλλογή «Παραμύθια σαν αστεία άστρα» των εκδόσεων Ερατώ, 1987).

Παρασκευή 24 Απριλίου 2009

Wireless Hotspots στα Σύβοτα και την Παραμυθιά… Άντε να δούμε

Έστω κι αργά, νωχελικά θα έλεγε κανείς, κινούμαστε προς το δικτυωμένο μέλλον μας. Το Δίκτυο, είναι ένας αναπόφευκτος κόσμος, μια αυτονόητη εξέλιξη του τρόπου ζωής μας. Το πώς θα το χρησιμοποιήσουμε και τι συνέπειες θα υπάρξουν μακροπρόθεσμα από τη χρήση του, θα το δείξει ο καιρός. Προς το παρόν, καλά πάνε τα πράγματα κι ας μεμψιμοιρούν οι φοβικοί του παρόντος (πάντα θα βρίσκουν κάτι να τους τρομάζει).

Ο παραλιακός δρόμος στην Ηγουμενίτσα και κάτω ο υφυπουργός Αντώνης Μπέζας

Ο υφυπουργός Οικονομικών Αντώνης Μπέζας, για να πούμε κι ένα παράδειγμα που μας κέντρισε το ενδιαφέρον, ανακοίνωσε ότι θα δημιουργηθούν σημεία πρόσβασης για ελεύθερη χρήση του ίντερνετ, σε δημόσιους χώρους της Θεσπρωτίας, περιοχή από την οποία κατάγεται ο ίδιος και είναι κι ο μοναδικός βουλευτής της, εξ ου και το ειδικό ενδιαφέρον.
Ανακοίνωσε για την ακρίβεια ότι εντάχθηκε στο πρόγραμμα «Κοινωνία της Πληροφορίας» του υπουργείου Οικονομίας το έργο που έχει τίτλο «Ευρυζωνικές υποδομές ασύρματης πρόσβασης, υπηρεσιών και εφαρμογών στη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Θεσπρωτίας» και προϋπολογισμό 295.000€.
Θα δημιουργηθούν από τη νομαρχία Ασύρματα Σημεία Πρόσβασης (Wireless Hotspots) σε υπαίθριους χώρους, τα οποία θα παρέχουν δωρεάν ευρυζωνικές υπηρεσίες πρόσβασης στο διαδίκτυο για τους πολίτες και σε πρώτο στάδιο αυτά τα σημεία θα είναι στην παραλία Συβότων, στην Πλαταριά, στην Πέρδικα και την Παραμυθιά.
Επιπλέον, θα χρηματοδοτηθεί και η υλοποίηση έργων επίδειξης και δικτύων εφαρμογών και η ανάπτυξη καινοτόμων υπηρεσιών προώθησης της ευρυζωνικότητας με παροχή ηλεκτρονικών εφαρμογών για φορητές συσκευές.
Ωραία ακούγονται αυτά, ειδικά όταν αφορούν περιοχές που χρόνια τώρα βρίσκονταν από την σκοτεινή πλευρά της ανάπτυξης. Ανάλογες δομές δημιουργούνται βέβαια σε όλη τη χώρα, παρατηρείται όμως το εξής φαινόμενο: Ενώ σιγά σιγά κατασκευάζονται οι υποδομές για ελεύθερη πρόσβαση στο Διαδίκτυο, η ίδια η ελεύθερη χρήση δεν γίνεται εμφανής, ίσως και να μην υπάρχει καν. Δεν βλέπεις δηλαδή πολύ κόσμο να κάθεται στις πλατείες και να χρησιμοποιεί αυτές τις δομές.
Κατά τη γνώμη μου το πρόβλημα έχει διπλή όψη: Από τη μία, η χρήση του Διαδικτύου στη χώρα μας παραμένει προβληματική. Είναι ακριβή (σε αυτό θα βοηθήσει η δωρεάν χρήση στις πλατείες), δεν είναι τόσο γρήγορη όσο διαφημίζεται και το χειρότερο, δεν έχει τόσες εφαρμογές όσες θα περιμέναμε. Το κυριότερο, δεν μπορείς να κάνεις τις δουλειές σου ειδικά με το Δημόσιο, μέσω διαδικτύου, σε τέτοιο βαθμό τουλάχιστον ώστε να αλλάζει ριζικά προς το καλύτερο η καθημερινότητά σου, όπως θα έπρεπε να γίνεται.
Η άλλη όψη είναι ότι δεν έχουμε δημόσιους χώρους, πλατείες και πεζοδρόμους, τέτοιους που να επιτρέπουν χρήσεις όπως η πρόσβαση στο ίντερνετ. Πού να κάτσουν τα νέα παιδιά όταν ή η πλατεία θα έχει παραχωρηθεί στις καφετέριες ή απλώς δεν θα υπάρχει καν ως ένας επαρκής, πολιτισμένος δημόσιος χώρος;
Αν υπάρξει πάντως μια στοιχειώδης, συνεπή πολιτική που θα περιλαμβάνει άμεσα την παροχή υπολογιστών στα νέα παιδιά (όπως είχε υποσχεθεί αυτή η κυβέρνηση) κι ένα ενδιαφέρον για το δημόσιο χώρο και την πρόσβαση σε αυτόν των πολιτών, τότε τα αποτελέσματα από δράσεις όπως οι παραπάνω που ανακοίνωσε ο υφυπουργός θα είναι εντυπωσιακά. Λίγη πίστη και συνέπεια χρειάζεται…



Πέμπτη 23 Απριλίου 2009

Λυσσασμένες αλεπούδες του Δημήτρη Πετσετίδη

Τον Δημήτρη Πετσετίδη, κάποια στιγμή πριν από μερικά χρόνια τον διάβασα ολόκληρο, διάβασα δηλαδή όλα τα βιβλία που είχε κυκλοφορήσει ως τότε. Τον είχα προσέξει και στην Εποχή που έδινε κάποιο σχέδιο, γιατί είναι και καλός γελοιογράφος ή κάποιο κείμενο, κι είχα διαβάσει από ανθρώπους που εμπιστεύομαι ότι είναι καλός διηγηματογράφος.
Δεν είναι απλώς καλός, είναι από τους καλύτερους. Η αφορμή να τον διαβάσω ήταν η ενασχόλησή μου με τη δεκαετία του ’40, αφορμές όμως για να διαβάσουμε υπάρχουν πολλές- ακόμα και η φωτογραφία του εξωφύλλου μας κάνει συχνά να ανοίξουμε ένα βιβλίο. Οι αφορμές δεν έχουν σημασία. Με το πού πάτησα όμως στην πρώτη του σελίδα στο «Δώδεκα στο δίφραγκο» χάθηκα στον δικό του λογοτεχνικό κόσμο. Διάβασα ως και το «Ο Σαμπατές ζει» και μετά δεν ξανάπιασα βιβλίο του, διάβαζα όμως που και που συνεντεύξεις του και παρατηρούσα την άνθηση της δημοσιότητάς του. Τον διάβαζαν πολλοί πια κι ας λένε κάποιοι ότι «αυτά τα θέματα», εννοώντας τον εμφύλιο και το ’40, «έχουν κουράσει τον κόσμο».
Ο Πετσετίδης γράφει γι’ αυτά τα «θέματα» κι ίσως αυτό να φέρνει αμηχανία στο μονίμως ανιστόρητο και αενάως αυτολογοκρινόμενο «μεγάλο αναγνωστικό κοινό». Στην Ελλάδα της μεταπολίτευσης που το «μεγάλο κοινό» αρχικά διάβαζε ό,τι του έλεγε το κόμμα και μετά ό,τι του έλεγε η τηλεόραση, ο Πετσετίδης ήταν «περιθωριακός» ακριβώς επειδή παίρνει πολύ σοβαρά όλα τα λογοτεχνικά ζητήματα, από το θέμα του, ως τη γλώσσα που χρησιμοποιεί. Και φυσικά δεν γράφει τις ιστορίες του γιατί τον έπιασε καμιά μανία εντομολόγου με τη δεκαετία του ’40, όσο γιατί κάτι βλέπει εκεί, κάτι που αξίζει να ειπωθεί, να καταγραφεί σήμερα.
Κατά τη γνώμη μου ο Δημήτρης Πετσετίδης πιστεύει ότι υπάρχει ιστορία ακόμα και σε ‘κείνο το ταπεινό λιθάρι που θα το διαολοστείλουμε αν εμποδίσει την έλευση του καινούργιου μας τετράτροχου. Ότι υπάρχει ιστορία σε κάθε σταγόνα βροχής, όσο τουλάχιστον σε τούτον τον τόπο το νερό θα κάνει τον κύκλο του από τις λίμνες και τα ποτάμια, στα σύννεφα και πάλι πίσω στα δάκρυα των γυναικών.

Στο μεταξύ πάντως είχα κάνει μια δύο κουβέντες για τον συγγραφέα με ένα φίλο, τον Δημήτρη, που μου έχει ξαναπεί μερικές ιστορίες για την Λακωνία, είχα ακούσει ότι στα νέα του βιβλία είχε αλλάξει ύφος, κι έτυχε να διαβάσω και τη μελέτη του Τάσου Κωστόπουλου «Η αυτολογοκριμένη μνήμη. Τα Τάγματα Ασφαλείας και η μεταπολεμική εθνικοφροσύνη» (εκδόσεις Φιλίστωρ) που εξηγεί πολλά για το μένος των εμφυλιακών συγκρούσεων στην Πελοπόννησο, όπου εμφανίστηκε έντονα το φαινόμενο της ένοπλης συνεργασίας ντόπιων με τους κατακτητές με κοινό στόχο τους κομμουνιστές αντάρτες του ΕΛΑΣ.
Το βιβλίο του που ξανάπιασα είναι το «Λυσσασμένες αλεπούδες» που κυκλοφόρησε σε δεύτερη έκδοση από τον Κέδρο το 2008. Δεν θα μπω σε λεπτομέρειες γραμματολογικές, που αφθονούν άλλωστε στον Τύπο από έγκριτους κριτικούς. Ο Πετσετίδης γράφει για μία ακόμα φορά μικρά διηγήματα για τη δεκαετία του ’40 ή με εκκίνηση εκείνη την περίοδο και κορυφώνει, αυτό που έχει μάθει να κάνει καλά, να γράφει αληθινά πράγματα για αληθινούς ανθρώπους. Προσθέτει δε και μια μετατόπιση, τουλάχιστον σε όσα εγώ έχω διαβάσει: παρουσιάζει τις ιστορίες και μέσα από ένα πολλαπλό βλέμμα, μέσα από διαφορετικές εκδοχές. Πώς πας στο κουρείο, λέει ένας μια ιστορία, προσθέτει ο άλλος μια άλλη εκδοχή, κι ένας άλλος μια τρίτη και το αποτέλεσμα είναι να στέκουν όλες οι εκδοχές, αλλά για τον προσεκτικό ακροατή, η αλήθεια να αναδύεται. Κι αυτό έχει μεγάλη σημασία: Ναι, η οπτική με το χρόνο αλλάζει, οι απόψεις αλλάζουν, οι άνθρωποι αλλάζουν. Αλλά πάντα υπάρχει κάτι αληθινό, πάντα υπάρχει μια ψίχα ψωμί για τον πεινασμένο που την αναζητά.
Στις Λυσσασμένες αλεπούδες, υπάρχει χιούμορ, σχεδόν σουρεαλιστικές καταστάσεις, κινηματογραφημένες εικόνες, περιπέτεια και παραλίγο περιπέτεια, μικρά ανθρώπινα δράματα και μεγάλες πολιτικές υποθέσεις στο παρασκήνιο, υπάρχουν σημάδια και συμπεράσματα. Μια χαρά δηλαδή για μια συλλογή διηγημάτων. Διαβάστε τον οπωσδήποτε και όλα του τα βιβλία μαζί.

Ο Δημήτρης Πετσετίδης γεννήθηκε το 1940 στην Σπάρτη. Έχει κυκλοφορήσει τα βιβλία: Δώδεκα στο δίφραγκο (Το Δένδρο 1986, Νεφέλη 2000), Το παιχνίδι (Νεφέλη 1991), Επίλογος στα χιόνια (Νεφέλη 1993), Ο Σαμπατές ζει (Νεφέλη 1998), Τροπικός του λέοντος (Νεφέλη 2001), Σε ξένο γήπεδο (Πατάκης 2003), Λυσσασμένες αλεπούδες (Κέδρος 2007).
Έχει και μία πολύ καλή ιστοσελίδα στη διεύθυνση www.petsetidis.gr

Τετάρτη 22 Απριλίου 2009

Λευκός Πύργος: Μια εξαιρετική έκθεση για τη Θεσσαλονίκη

Η θέα προς την ιστορική παραλία της Θεσσαλονίκης είναι εντυπωσιακή


Στον Λευκό Πύργο δεν είχα πάει ούτε όταν ήμουν φοιτητής στη Θεσσαλονίκη το ’90 ούτε αργότερα. Αλλάζουν όμως οι ανάγκες σου όταν μεγαλώνεις, κάνεις παιδιά που θέλουν να δουν τα πάντα, αποζητάς ίσως κι ο ίδιος μια μεγαλύτερη συνάφεια με τον κοινό τρόπο ζωής.
Κι ο Λευκός Πύργος είναι το κατεξοχήν παράδειγμα εμβληματικού μνημείου για μια πόλη, που έχει αξία ακριβώς γιατί υπάρχει.
Πήγαμε τη Μεγάλη Παρασκευή το πρωί, με κύριο στόχο βέβαια να ανεβούμε στην ταράτσα και να δούμε τη θέα, να κάνουμε δηλαδή αυτό που επιθυμούμε κάθε φορά που βλέπουμε το μνημείο σε κάποια καρτ ποστάλ, φωτογραφία σε εφημερίδα ή γενικό πλάνο που συνοδεύει ειδήσεις για τη Θεσσαλονίκη.
Αξίζει βέβαια το να ανέβεις τα σκαλιά ως πάνω, η θέα είναι εντυπωσιακή. Αυτό που άλλαξε όμως είναι ότι ο Λευκός Πύργος φιλοξενεί τους τελευταίους μήνες και μια έκθεση για την ιστορία της πόλης. Λειτουργεί δηλαδή σαν ένα μικρό μουσείο πόλης. Και πιστέψτε με, η έκθεση είναι καταπληκτική.


Πρόκειται στην ουσία για μια παρουσίαση της ιστορίας της Θεσσαλονίκης μέσω ηλεκτρονικών υπολογιστών, εικόνων και ήχων. Η υψηλή αισθητική όμως, η ορθή χρήση της τεχνολογίας και της καινοτομίας, η επαρκής μουσειολογική μελέτη, η εξυπνάδα και η πολλή δουλειά, όλα εκείνα τέλος πάντων τα στοιχεία που συνθέτουν μια ολοκληρωμένη επιστημονική πρόταση, δίνουν στη συγκεκριμένη περίπτωση την αίσθηση ότι μέσα σε λίγα λεπτά, έχεις μια γεύση για το ποια είναι η Θεσσαλονίκη. Μπορείς να φύγεις από το χώρο με μια συνολική εμπειρία αλλά και με πολλά ερωτήματα που μπορούν να σε οδηγήσουν στα άλλα μνημεία της πόλης, στα ίχνη της πραγματικής της ιστορίας.
Η έκθεση, οργανώθηκε από το Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού, με στόχο όπως σημειώνεται σχετικά (εδώ): «να κεντρίσει το ενδιαφέρον των επισκεπτών να γνωρίσουν καλύτερα την πόλη, τα μνημεία και τα θεματικά μουσεία της. Πρόθεση της έκθεσης δεν είναι να ‘μουσειοποιήσει’ την πόλη, αλλά να τη ‘συστήσει’ στους επισκέπτες και ακόμη περισσότερο στους κατοίκους της, στοχεύοντας στη δημιουργία μιας νέας ουσιαστικής σχέσης με την πόλη».
Στο πλαίσιο της έκθεσης λειτουργεί και η ιστοσελίδα www.lpth.org που παρουσιάζει αντίστοιχο υλικό και η οποία νομίζω ότι είναι μια καλή ευκαιρία εισαγωγής για τον επισκέπτη που ακόμα δεν έχει πάει ως την παραλία της Θεσσαλονίκης.
Η έκθεση είναι κατάλληλη για παιδιά και ιδανική για μαθητές. Για όλους εμάς τους υπόλοιπους «μεγάλους» λειτουργεί και σαν παράδειγμα για το πώς θα θέλαμε να είναι τα μουσεία των πόλεών μας. Μουσεία πόλης στην ουσία δεν υπάρχουν στις ελληνικές πόλεις. Στις καλύτερες των περιπτώσεων όπως για παράδειγμα σε μια ιστορική πόλη σαν τα Γιάννενα, ένας χώρος, όπως το Ασλάν Τζαμί, έχει επιλεγεί (συχνά για συγκυριακούς λόγους) και φιλοξενεί μικρούς θησαυρούς από την ιστορία της πόλης, η αποκρυπτογράφηση των οποίων όμως για το ευρύ κοινό αποτελεί συχνά ένα αδιέξοδο. Στα Γιάννενα για να επιμείνουμε στο παράδειγμα, οι τουρίστες έρχονται να δουν κάτι από Αλή Πασά και στις περισσότερες των περιπτώσεων φεύγουν χωρίς να μάθουν ποτέ για τη ρωμανιώτικη κοινότητα των Γιαννιωτοεβραίων ή για τα σπουδαία σχολεία της πόλης και τη δική της θέση στον νεοελληνικό διαφωτισμό.
Ανάλογα στη Θεσσαλονίκη, μετά το ’80 και με την κυριαρχία συντηρητικών και εθνικιστικών αντιλήψεων, η πόλη ταυτιζόταν είτε με τον Μέγα Αλέξανδρο είτε με το βυζαντινό και μόνο παρελθόν της.
Ο καιρός πάντως πέρασε, η επιστήμη προχωράει, βοηθάνε και τα ευρωπαϊκά κονδύλια στη δημιουργία κυρίως υποδομών, ε, βαριούνται κι οι άνθρωποι τα «ζήτω» και τα τις… σάριζες, και το αποτέλεσμα είναι εκθέσεις σαν αυτή στο Λευκό Πύργο.
Ο ίδιος ο Λευκός Πύργος βέβαια δεν είναι σπουδαίο μνημείο, εκτός αν αρέσει σε κάποιους (όπως σε εμάς) η ιστορία των φυλακών. Ο χώρος ήταν είτε φρούριο είτε φυλακή στη μακρόχρονη διαδρομή του από τον 15ο αιώνα και φαίνεται στη διαρρύθμισή του. Μετά τα μέσα του ’80 που αναστηλώνεται και αρχίζει να φιλοξενεί εκθέσεις για την πόλη, γίνεται και επισκέψιμο μνημείο, πέρα από φόντο για φωτογραφίες.
Ανεβαίνοντας κυκλικά τις σκάλες, μπαίνεις σε κάθε όροφο χωριστά και εισάγεσαι σιγά σιγά στην πολυπρισματική ιστορία αυτής της κοσμοπολίτισσας πόλης, από τα αρχαία χρόνια ως τα πρόσφατα του 20ου αιώνα. Μέσα στα δαιδαλώδη δωματιάκια γύρω από την κεντρική αίθουσα, αναπτύσσονται ειδικότερες θεματικές, από

το εμπόριο και τη λογοτεχνία ως τον τοπικό Τύπο και τις εργατικές κινητοποιήσεις του μεσοπολέμου με πλήθος από φωτογραφίες και πληροφορίες. Η πιο εντυπωσιακή σύνθεση είναι αυτή για τους πρόσφυγες το ’22 που συνοδεύεται κι από ηχητικά ντοκουμέντα με μαρτυρίες, καθώς και η ιστορία των μνημείων που φαίνονται και σήμερα, ενώ πρωτότυπη είναι και η παρουσίαση των γεύσεων της πόλης (στην ιστοσελίδα έχει και πολλές συνταγές).
Η αισθητική της παρουσίασης, αλλά και το εύρος των πληροφοριών που χώρεσαν σε τόσο μικρό χώρο, προσφέρει εν τέλει στον επισκέπτη μια συνολική επόπτευση στην ιστορία της Θεσσαλονίκης, σε βαθμό που θα λέγαμε ότι τον ξεμαθαίνει από στερεότυπα και προκαταλήψεις για τον τόπο αυτό. Κι έτσι ξανανιωμένοι όλοι, φτάνουμε ως την ταράτσα και βλέπουμε τη θέα. Τι καλύτερο για φινάλε…
Μακάρι να είχαμε σε όλες τις πόλεις της Ελλάδας, τέτοιες μικρές εκθέσεις για την ιστορία τους- οι τοπικοί άρχοντες ανά την Ελλάδα, αντί να βγάζουν κάθε τόσο ψηφίσματα για την ελληνικότητα της περιοχής τους ας πάνε ως τον Λευκό Πύργο να δούνε πώς μπορούν να φτιάξουν ανάλογες υποδομές στην πόλη τους. Και το γεγονός ότι η Θεσσαλονίκη, δείχνει κι ένα άλλο πρόσωπο πέρα από αυτό των συλλαλητηρίων και των διώξεων βιβλίων, είναι παρήγορο για όλους όσοι την αγαπάμε.

ΥΓ Η επιθυμία να φτάσεις ως πάνω και το ξάφνιασμα από την πρωτοτυπία της έκθεσης, δεν σου επιτρέπουν και την ενδελεχή μελέτη της. Μάλλον χρειάζεται και μια δεύτερη επίσκεψη.
Πρέπει να κάνω όμως μια παρατήρηση. Στο τμήμα για τον διωγμό των Εβραίων της πόλης από τους Ναζί, γεγονός με παγκόσμια απήχηση, (και κατά τη γνώμη μας άξιο για μεγαλύτερη και κεντρικότερη αναφορά στην έκθεση) υπάρχει μια φωτογραφία που την έχω δει σε αναφορές για τον διωγμό στα Γιάννενα (αυτήν με τον ηλικιωμένο με μια κουβέρτα στην πλάτη του στο κέντρο κάτω). Η φωτογραφία ανήκει σε μια ευρύτερη σειρά από το ολοκαύτωμα των Ιωαννίνων και προέρχεται από τα Γερμανικά Αρχεία. Τις έχει εντοπίσει η Συναγωγή Kehila Kedosha Jannina της Νέας Υόρκης, η οποία έχει κάνει μια πολύ σοβαρή δουλειά για το διωγμό των Γιαννιωτοεβραίων. Τις είδαμε στην ιστοσελίδα της www.kkjsm.org όπου περιέχονται τόσο οι φωτογραφίες όσο και ολόκληρη η έρευνα για την εβραϊκή κοινότητα των Ιωαννίνων. Μέρος αυτών των φωτογραφιών δημοσιεύτηκαν σε δύο αφιερώματα στην εφημερίδα των Ιωαννίνων Ηπειρωτικός Αγών στις 28 Ιουλίου 2005 και στις 25 Μαρτίου 2006. Το ιστορικό τους, που λύνει και τις όποιες παρεξηγήσεις με παλιότερες δημοσιεύσεις, το αναφέρει και ο Christoph U. Schmink- Gustavus στο πρόσφατο βιβλίο του Μνήμες Κατοχής ΙΙ (εκδόσεις Ισνάφι, σελίδα 185). Νομίζω ότι είναι μια ευκαιρία για μια τεκμηρίωση της φωτογραφίας και η διαδραστικότητα της έκθεσης επιτρέπει έναν τέτοιον διάλογο.



Τρίτη 14 Απριλίου 2009

Σύλλογος Ερασιτεχνικής Αστρονομίας στα Γιάννενα

Τι κρίμα που το χάσαμε. Πριν από δύο Σάββατα έγινε στο συνεδριακό κέντρο του πανεπιστημίου με μεγάλη επιτυχία η ημερίδα «Διαστημική Εξερεύνηση και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση». Από το απόγευμα είχε συννεφιά και έβρεχε αν θυμάστε μέχρι κάποια ώρα οπότε με το γιο μου αποφασίσαμε να πάμε σινεμά (είδαμε πάντως Τέρατα και Εξωγήινους για να είμαστε στο… κλίμα). Χάσαμε όμως έτσι την αστρονομική παρατήρηση που έγινε με μεγάλη συμμετοχή μετά τις 9 όταν άνοιξε ο ουρανός, με έξι τηλεσκόπια των ερασιτεχνών αστρονόμων των Ιωαννίνων. Όλα αυτά τα καλά τα μάθαμε από τον kossak και τον ευχαριστούμε (και για το υλικό που μας έστειλε). Τώρα μαθαίνουμε ότι εκείνη η συνάντηση έγινε αφορμή ώστε να ιδρυθεί κι ένας Σύλλογος Ερασιτεχνικής Αστρονομίας Ιωαννίνων. Θα βρείτε όλες τις πληροφορίες είτε στον kossak (με πολλές φωτογραφίες από την ημερίδα) είτε στον ιστοχώρο του ίδιου του συλλόγου http://ioanninastronomy.blogspot.com/.
Ετοιμάζεται ήδη δε κι η επόμενη παρατήρηση με τηλεσκόπια με ελεύθερη συμμετοχή του κοινού, την Κυριακή 3 Μαΐου στις 9 το βράδυ στην κεντρική πλατεία.
Με το καλό και τι άλλο να πούμε… Χαιρόμαστε που αυτή η πόλη έχει τόσα πολλά παιδιά που μετράνε ακόμα τα άστρα. Θα είμαστε εκεί αυτή τη φορά.

Κυριακή 12 Απριλίου 2009

Γιάννης Πάσχος και Τάσος Κανάτσης στον Τύπο

Θα χρειαστεί ίσως μια ειδικότερη αναφορά, σημειώνω όμως εδώ την άνθηση τα τελευταία δύο χρόνια της καλής ποίησης στα Γιάννενα. Νέοι και παλιότεροι ποιητές εμφανίζονται με πολύ αξιόλογα ποιήματα κι αυτό φαίνεται ότι δεν περνάει απαρατήρητο. Δύο αναφορές αυτές τις μέρες έγιναν στον αθηναϊκό Τύπο σε δύο Γιαννιώτες ποιητές.
Ο Γιάννης Πάσχος δημοσίευσε στη «Βιβλιοθήκη» της Ελευθεροτυπίας την Παρασκευή (εδώ) ένα πολύ ωραίο, μικρό διήγημα με τίτλο «Καθώς ξεπροβάλλει η άνοιξη». Μια ιστορία για την προετοιμασία εν όψει της αναγέννησης που φέρνει η άνοιξη, για τη φύση, για την προδοσία, τον Ιούδα, τα πάθη τα ανθρώπινα. Λίγες λέξεις για μικρές, αλλά σημαντικές στιγμές, όπως ακριβώς λέει και ο υπότιτλος του μπλογκ. Του Γιάννη το μπλογκ το έχω εκ δεξιών γιατί είναι φίλος, οπότε η αντικειμενικότητα δεν κατοικεί σε τούτη την ανάρτηση. Στο μπλογκ του όμως έχει δημοσιεύσει μερικές ιστορίες που τον φέρνουν σε έναν άλλο λογοτεχνικό τόπο από αυτόν των ποιημάτων του. Δεν είμαι σίγουρος γι’ αυτό, γιατί μια μεγάλη ιστορία μπορεί να μοιάζει με διήγημα μπορεί όμως να είναι κι ένα ποίημα με άλλη μορφή. Δεν έχει και τόση σημασία όμως αυτό.
Ο Γιάννης Πάσχος εμφανίστηκε στα γράμματα με το ποιητικό του έργο «Ο Χριστός παρακαλάει το σώμα του να κατέβει από τον σταυρό» στο περιοδικό Οδός Πανός τον Ιανουάριο του 2005. Δύο μήνες μετά, από τις εκδόσεις του περιοδικού, έβγαλε το πρώτο του ποιητικό βιβλίο, τη Lila Teman. Δύο χρόνια μετά, τον Οκτώβριο του 2007, έβγαλε μία ακόμα ποιητική συλλογή, τη «Ζωή εκτός ωραρίου» από τις εκδόσεις Μελάνι και βρήκε ευρύτερη αναγνώριση. Φαίνεται ότι δοκιμάζει τώρα διαφορετικές φόρμες και μεγαλύτερα κείμενα, αυτό που διαβάσαμε όμως στην Ελευθεροτυπία, δείχνει ότι συνεχίζει να οξύνει την εσώτερη αναζήτηση. Ψηλαφεί τη σχέση με το θάνατο και αξιοποιεί στο έπακρο έναν υπονομευτικό, ερωτικό λόγο που σε άλλα φαίνεται στην αρχή να σε πηγαίνει κι αλλού σε καταλήγει.
Να κάνω και μια αναφορά και στη Βιβλιοθήκη της Ελευθεροτυπίας: Τον τελευταίο καιρό την ανέλαβε ο Γιώργος Χρονάς. Τη μετέτρεψε στο πιο βιβλιοφιλικό, λογοκεντρικό ένθετο που έχουμε δει ποτέ σε εφημερίδα μετά το ‘80, την έκανε βαθιά, σοβαρή, αξιόπιστη και έξυπνη, στο πλαίσιο ίσως και μιας αντίστοιχης στροφής της εφημερίδας που φαίνεται και σε άλλες στήλες. Διαβάστε την κάθε Παρασκευή, θα σας απωθήσει λίγο στην αρχή γιατί ξεφεύγει από τα συνήθη, αλλά αν αγαπάτε τις λέξεις θα ενδιαφερθείτε και γι’ αυτές της Βιβλιοθήκης. Κι έχει και στην πρώτη σελίδα κείμενα της Μ. Θεοδοσοπούλου που προσθέτει στα άλλα που γράφει χρόνια τώρα στην Εποχή.
Κλείνω την παρένθεση και πάω στον Τάσο Κανάτση. Τον γνωρίζω χρόνια κι αυτόν και παρακολουθώ τις δικές του λέξεις γιατί με κάνουν να σκέφτομαι δικές μου. Ποιητής που θυμάται, που έχει τη γεύση άλλων εποχών. Έχει εκδώσει αρκετές συλλογές (Τα μέσα δάκρυα από τις εκδόσεις Πλανόδιον, το Ρυμουλκό και την Πολιορκία από τη Δωδώνη, τη Χλεύη του χρόνου από τη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Ιωαννίνων κ.α) Επανήλθε πρόσφατα με τα «Ψυχανθή και μετέωρα» από τις εκδόσεις Καστανιώτης (που μπράβο τους που επιμένουν στην ποίηση). Εμείς διακρίναμε μια μετατόπιση του ποιητή σε μια πιο προσωπική, υπαρξιακή συνδιαλλαγή με το χρόνο, με τη συνομιλία με τον παρελθόντα τόπο να περνάει σε δεύτερο επίπεδο. Ο Κώστας Κρεμμύδας, ποιητής και διευθυντής του γνωστού και καλού περιοδικού Μανδραγόρας, γράφει σήμερα στην Κυριακάτικη Αυγή (εδώ) για τη σχέση του Κανάτση με τον Καρυωτάκη και τα δικά του Νηπενθή.
Πολύ χάρηκα με τις δύο αυτές αναφορές του Τύπου σε δύο ποιητές που ζουν στην πόλη μου και μ’ αρέσει να διαβάζω ποιήματά τους.
Θα επανέλθω και για άλλους.

Παρασκευή 10 Απριλίου 2009

Νέοι, όπλα και βία: Η απώθηση ενός όλο και πιο οικείου παρόντος

Το άγριο περιστατικό βίας στη σχολή του ΟΑΕΔ προκάλεσε όπως ήταν αναμενόμενο μια έντονη δημόσια συζήτηση στη σύγχρονη «αγορά της Αθήνας» που δεν είναι άλλη από τα δελτία των 8 στην τηλεόραση. Κι επειδή κάθε λογικός κάτοικος αυτής της χώρας γνωρίζει ότι τίποτα δεν έχει λύσει τόσα χρόνια η ελληνική τηλεόραση, είναι αναμενόμενο ότι και καμιά κάθαρση δεν πρόκειται να προέλθει από τις αναλύσεις της. Είναι τόσο προφανές αυτό που δεν θα έπρεπε καν να συζητάμε το αν και κατά πόσο δόθηκε σωστή πληροφόρηση από την τηλεόραση.
Σε μια πιο λογική κοινωνία και σε ένα πιο οργανωμένο κράτος, κανονικά, κάπου τώρα, 12 ώρες και παραπάνω μετά το δραματικό επεισόδιο θα έπρεπε οι θεσμικοί φορείς να έχουν ενημερώσει σωστά τους πολίτες ώστε να αποδραματοποιηθεί αυτό καθ’ εαυτό το γεγονός- να μείνει δηλαδή τραγικό για τους εμπλεκόμενους και τις οικογένειές τους και για όλους εμάς τους υπολοίπους να πάρει τη θέση του στο κοινωνικό γίγνεσθαι και τη συνείδησή μας. Μέχρι τώρα υπάρχει μια ανακοίνωση της αστυνομίας που λέει τι έγινε αρχικά και μια δήλωση της υπουργού απασχόλησης που χαρακτηρίζει το γεγονός πρωτοφανές. Αυτά… Ας ελπίσουμε αύριο να μάθουμε περισσότερα. Ακολούθησαν δηλώσεις για το πόσο "ξένο" είναι αυτό το γεγονός σε σχέση με την ελληνική κοινωνία και τη νεολαία μας.
Τα κρίσιμα σημεία συνεπώς είναι δύο:
Πρώτον αντιμετωπίζουμε τα γεγονότα χωρίς επαρκή πληροφόρηση, κάτι που μας οδηγεί να κάνουμε αναγωγές σε γεγονότα άλλων χωρών, κυρίως των ΗΠΑ. Χωρίς όμως επαρκή πληροφόρηση πώς καταλήγουμε σε αναγωγές και ομοιότητες ή διαφορές με διαφορετικά κοινωνικά συμφραζόμενα και πώς άραγε θα οδηγηθούμε σε λύσεις; Πώς καταλήγουμε στο τι μας είναι ξένο και τι οικείο;
Δεύτερον, τι είναι τελικά πρωτόγνωρο και ξένο για την ελληνική κοινωνία; Τόσο απομονωμένη είναι αυτή η κοινωνία που δεν ξέρει από νεανική βία, χρήση όπλων, επιθετικότητα; Εντάξει, υπάρχουν κάποιοι που πιστεύουν ότι ο Διονύσιος Σολωμός ήταν ρομαντικός ποιητής κι ότι ο στίχος του «από τα κόκαλα βγαλμένη» και μερικές δεκάδες ακόμα του ποιήματος του εθνικού ύμνου δεν παραπέμπουν κατευθείαν στη βία της εθνογένεσης τον 19ο αιώνα (για να πιάσουμε και την άλλη συζήτηση της ημέρας), αλλά η πλειοψηφία των Ελλήνων κάτι ξέρει από βία. Βία εν πολλοίς θεσμική ως και το 1974, βία ενταγμένη στην ανθρώπινη συνείδηση μετά από τόσους πολέμους, διχασμούς και παθογένειες, τουλάχιστον μετά το 1821. Το χωράφι του διπλανού πατάς κι αν δεν σου κάνει μήνυση (ή αυτό δεν είναι μια συνήθης βία, σήμερα;) σου αστράφτει μία με το κυνηγετικό όπλο (όπως θυμόμαστε κι από ένα άλλο «πρωτοφανές» γεγονός πριν από λίγα χρόνια, με πολύ περισσότερα μάλιστα θύματα).

Αυτό που έχει σημασία σήμερα δεν είναι να εκφράσουμε όλοι μας τη λύπη ή τον αποτροπιασμό μας. Αυτονόητο είναι αυτό. Ο συναισθηματισμός όμως έχει μικρή σημασία για ένα οργανωμένο κράτος.
Δεν θα ήθελα να καταλήξω σε γενικεύσεις προερχόμενες από την προοδευτική δεξαμενή σκέψης. Είναι δεδομένο πως αποτελεί σωστή επισήμανση να εντοπίζεις την ατομική βία μέσα στα γρανάζια της καπιταλιστικής μηχανής. Η κοινωνία είναι βίαιη, βίαιοι θα είναι και οι άνθρωποι. Μέχρις εκεί όμως οι γενικεύσεις.
Επί συγκεκριμένου γεγονότος σημασία έχει ο λόγος των ειδικών και η συμπεριφορά της θεσμικής εξουσίας. Η οποία πρέπει να δώσει το λόγο στους ειδικούς επιστήμονες, να εφαρμόσει τις προτάσεις τους ώστε να προλάβει ένα ακόμα «ξένο» γεγονός στο μέλλον κι από τη μεριά της να βρει μια λύση για τα όπλα που κυκλοφορούν στη χώρα μας, για το διευρυμένο δικαίωμα στην οπλοχρησία, για την αδυναμία των νέων ανθρώπων να απευθυνθούν στο κράτος για να τους βοηθήσει στα προβλήματά τους. Να δείξει δηλαδή ψυχραιμία, προσαρμοστικότητα σε ένα κόσμο που αλλάζει διαρκώς (ειδικά όταν η ίδια με άλλες αφορμές παρακινεί τους πολίτες να προσαρμόζονται στον «διεθνή ανταγωνισμό» και την flexibility), διαχειριστική ικανότητα στις κρίσεις και πρόβλεψη για το μέλλον.
Σε σκληρότερες κοινωνίες πάντως έχουν αρχίσει να το σκέφτονται το θέμα όπως για παράδειγμα δείχνει η ενασχόληση της τέχνης με τη νεανική βία στην Αμερική (με χαρακτηριστικό παράδειγμα την ταινία «Ελέφαντας» του Γκας Βαν Σαντ που χαρτογραφεί την ερημιά του ανθρώπου χωρίς καμιά παραπομπή στο δράμα και τις εύκολες εξηγήσεις).
Εμείς στην Ελλάδα είμαστε ακόμα στη «ρομαντική» μας περίοδο: πιστεύουμε ότι η παγκοσμιοποίηση είναι προϊόν του σατανά, ότι η βία γεννιέται από τον κρίνο, κι ότι οι ειδικοί επιστήμονες, η εκπαίδευση, ο πολιτισμός και η αλληλεγγύη στον αδύνατο, είναι ζητήματα των «κουλτουριάρηδων». Βοήθειά μας…

Πέμπτη 9 Απριλίου 2009

Κατάρα και Εγνατία, ένα όχι και τόσο οριστικό τέλος



Μέσα σε όλη αυτήν την εκλογολογία που μας ταλαιπωρεί δύο χρόνια τώρα και βέβαια εν μέσω της οικονομικής κρίσης που ψαλιδίζει τα όνειρα εκατοντάδων χιλιάδων Ελλήνων, επιτελέστηκε χτες μια μικρή αλλαγή στον χάρτη της χώρας. Η Κατάρα, το πασίγνωστο ορεινό πέρασμα από την Ήπειρο στη Θεσσαλία, καταργήθηκε.
Ο υπουργός ΠΕΧΩΔΕ Γιώργος Σουφλιάς εγκαινίασε δύο νέα τμήματα της Εγνατίας (αναλυτικά εδώ). Το πρώτο είναι η γέφυρα Αράχθου, στην Μπαλντούμα, ένα σημείο που μέχρι πρότινος το περνούσαν όσοι ήθελαν να ταξιδέψουν από τη Δύση προς την Ανατολή, περνώντας μια στρατιωτική γέφυρα μπέλεϊ (πριν από λίγα χρόνια είχε κατασκευαστεί μια κανονική γέφυρα που τώρα θα αποτελεί μέρος του τοπικού και μόνο δικτύου ενώ προπολεμικά περνούσες το ποτάμι με πορθμείο). Έτσι από τα Γιάννενα ως το Μέτσοβο, οι ταξιδιώτες θα κινούνται από σήμερα μέσα στην Εγνατία με λίγα χιλιόμετρα ακόμα σε στενό δρόμο.
Επιπλέον όμως ο υπουργός εγκαινίασε ένα ακόμα κομμάτι, αυτό από τον κόμβο Μετσόβου μέχρι τον κόμβο Παναγιάς συνολικού μήκους 15 χιλιομέτρων, όπου και θα δίνεται η έξοδος προς τη Θεσσαλία. Κάπου εκεί θα έρθει αργότερα και ο οδικός άξονας για την Στερεά Ελλάδα, ο E65 όπως τον λένε. Από τον κόμβο της Παναγιάς μέχρι τα Γρεβενά μένουν ακόμα λίγες εργασίες που όπως υποσχέθηκε ο υπουργός θα τελειώσουν στα τέλη Απριλίου, οπότε από τον Μάιο, από τα Γιάννενα ως τη Θεσσαλονίκη, η Εγνατία θα είναι (σχεδόν) ολοκληρωμένη. Από την άλλη μεριά, προς την Ηγουμενίτσα, λείπει μια σήραγγα στην Τύρια ήδη όμως έχει παραδοθεί το υπόλοιπο κομμάτι.

Η σημασία της Εγνατίας Οδού είναι προφανής. Και μόνο μια φορά να έχεις ταξιδέψει την απόσταση Τρίκαλα- Γιάννενα, ξέρεις τι σημαίνει «εθνική οδός». Στην ουσία η Ήπειρος ήταν αποκλεισμένη από Βορρά (προς το Νότο έχει ακόμα διέξοδο στα πιο φονικά κομμάτια εθνικών δρόμων της χώρας, ως την Αθήνα, μέχρι τουλάχιστον να γίνει η Ιόνια Οδός).
Η απομόνωση όμως της Ηπείρου είναι μια σχετική έννοια όταν τη δεις σε ιστορικό βάθος. Γιατί αιώνες ολόκληρους η Ήπειρος έβρισκε τα περάσματα και ανοίγονταν στον κόσμο. Οι Ηπειρώτες έμποροι άκμαζαν στα πιο γνωστά εμπορικά κέντρα των Βαλκανίων και της Μεσογείου και το χρήμα πάντα έβρισκε τον τρόπο του να ρέει ανάμεσα στα βουνά.
Ένα από τα περάσματα, το πιο πρόσφατο σχετικά, ήταν και η Κατάρα, ειδικά εκείνο το κομμάτι της που ακούγονταν ως εφιάλτης στα δελτία ειδήσεων, ο «Αυχένας» («με αλυσίδες κινούνται οι οδηγοί στην Κατάρα», λέγανε τους χειμώνες). Μια εθνική οδός όμως που, ας μην το ξεχνάμε, κράτησε ανοιχτή τη θύρα της Ηπείρου επί δεκαετίες και κάποια στιγμή με το κλείσιμο των συνόρων στον πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας το ’90 έδωσε διέξοδο και στην Ευρώπη.
Την Κατάρα τη γνώρισα καλά στα αμέτρητα ταξίδια Γιάννενα- Θεσσαλονίκη και πάλι πίσω ως φοιτητής. Την πέρασα και για τον Έβρο ως στρατιώτης και λίγες φορές ακόμα για τους νέους, εξ αγχιστείας συγγενείς στη Λάρισα. Ώσπου πριν από πέντε περίπου χρόνια άνοιξε ένα νέο πέρασμα (πάνω σε ένα παλιό, πάντα), αυτό της Μηλιάς που οδηγούσε στην Εγνατία στα Γρεβενά.
Γεμάτα πάντα τα λεωφορεία με φοιτητές, φαντάρους και μετανάστες από την Αλβανία καθηλώνονταν επί ώρες στην Κατάρα τον χειμώνα, πίσω από μια νταλίκα που «δίπλωνε» κι έπρεπε να περιμένεις τον γερανό να έρθει να τη μετακινήσει. Τείχος ολόκληρο το χιόνι γύρω όπως το πέταγαν τα αποχιονιστικά, δεν άφηνε και πολλά περιθώρια έτσι κι αλλιώς για παράπλευρες διαφυγές. Θυμάμαι μια φορά που είχαμε κολλήσει για τα καλά με το λεωφορείο, πόσο νευρικοί και ανυπόμονοι είχαν γίνει κάποιοι 40άρηδες ταξιδιώτες που είχαν την αίσθηση ότι θα μπορούσαν «να βρουν ένα ξενοδοχείο» για να περάσει η βραδιά παρά να περιμένουν να ανοίξει ο δρόμος. Προσωπικά δεν ανησυχούσα, λίγο γιατί ήξερα από τον πατέρα μου που δούλευε στο ΚΤΕΛ Ιωαννίνων ότι ποτέ δεν είχε γίνει κανένα σοβαρό ατύχημα με λεωφορείο, λίγο γιατί εμπιστευόμουν πάντα τους έμπειρους οδηγούς.
Μια εικόνα όμως που ποτέ δεν θα ξεχάσω ήταν ένα μεσημέρι με ομίχλη και χιόνι στην Κατάρα που είδα από το παράθυρο του λεωφορείου μια αλυσίδα καμιά δεκαριά ανθρώπων, με φτηνά γκρίζα σακάκια, σκυμμένοι, να περπατάνε ο ένας πίσω από τον άλλο, προς την Καλαμπάκα. Αλβανοί που πήγαιναν προς τα μεροκάματα της θεσσαλικής γης- μια εικόνα που μόλις πρόσφατα νομίζω ότι κατάφερε να την καταγράψει ο διεθνής κινηματογράφος με τον Κώστα Γαβρά στον Παράδεισο στη Δύση (πρωτοπόρα όμως στη μετακίνηση των μεταναστών στα ελληνικά εδάφη ήταν η ταινία «Απ’ το χιόνι» του Σωτήρη Γκορίτσα το 1993).
Αν επιμένω στην προσωπική εμπειρία είναι γιατί πιστεύω ότι μια γεωγραφική αλλαγή έχει καίριες επιπτώσεις στη ζωή των ανθρώπων. Τα περάσματα, οι μεγάλες στράτες του κόσμου, τα χάνια και οι κυρατζήδες, το εμπόριο και οι μεγάλες πόλεις- εμπορικοί σταθμοί, τα λιμάνια, όλα αυτά αποτελούν στην ουσία μια βιο- γεωγραφία που και να θέλουμε να την αγνοήσουμε, δεν μπορούμε. Υπάρχει και μας καθορίζει. Και τα περάσματα την Ήπειρο την καθόρισαν.


Το πέρασμα προς τη Μηλιά και την Κρανιά που βγάζει στην Εγνατία, λίγα χιλιόμετρα μακριά από την Κατάρα. Σε λίγες εβδομάδες η Εγνατία θα ολοκληρωθεί και ο νέος δρόμος από το Μέτσοβο και την Παναγιά θα ανοίξει προς τη Δυτική Μακεδονία . Αυτό το πανέμορφο αλπικό τοπίο όμως και τα βλαχοχώρια θα είναι εκεί και θα περιμένουν τον επισκέπτη που θέλει να δει έναν διαφορετικό τόπο


Ο Δημήτρης Σαλαμάγκας, αυτός ο τόσο διαυγής συγγραφέας της τοπικής ιστορίας και παράδοσης θα γράψει τις εμπειρίες του από το ταξίδι του στο Μέτσοβο και την Κατάρα, στην εφημερίδα «Ήπειρος» το 1937, κείμενο που θα δημοσιεύσει σε αυτοτελές βιβλίο το 1959. Θα τον συναρπάσει η ομορφιά του δάσους και των βουνών στην Κατάρα, θα μείνει έκθαμβος μπροστά στην ωραιότητα της φύσης. Συμπτωματικά θα βρεθεί εκεί την περίοδο που κατασκευάζεται η εθνική οδός όπως την ξέρουμε σήμερα που κι εκείνη έκανε κάποιες μετατοπίσεις από τις ιστορικές διαδρομές. Γράφει: «Μα τ’ είναι τέλος πάντων αυτή η Κατάρα; Η καρδιά μπορούμε να πούμε της Πίνδος με τις ψηλές κορφές και τα βαθειά βυθίσματα. Είναι ο Λάκμων, ο Ζυγός, η Κατέρα και το τμήμα που τώρα ανεβαίνουμε είναι μια στενή λουρίδα ανάμεσα στο Σπίλο και το Δοκίμι».
Θα μεταφέρει και μερικές εκδοχές για την ονομασία της περιοχής: Καταραμένο βουνό γιατί ποτέ η αντάρα δεν σηκώνεται από πάνω του, η θρυλούμενη κατάρα του Δεσπότη όταν θάφτηκε εκεί ένας ολόκληρος συνοικισμός σκηνιτών από μια χιονοθύελλα την ώρα που μετακινούνταν στα χειμαδιά, μια σχέση με το «Χάνι του Γιάννη Κατάρα». Όλα ενδιαφέροντα αυτά. Αξιοπρόσεκτη και η πληροφορία ότι στην κατασκευή του δρόμου δούλευαν και παιδιά, υπόμνηση για το πόσο έχουν αλλάξει οι εποχές στη χώρα μας, προς το καλύτερο πάντα, μέσα 70 χρόνια.
Μεγάλη υπόθεση τα περάσματα. Στο μνημειώδες έργο του Γ. Πλατάρη- Τζίμα «Κώδικας διαθηκών Μετσόβου» (έκδοση Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Ιωαννίνων και Δήμου Μετσόβου, 2004) μέσα από τις διαθήκες των Μετσοβιτών αναδεικνύεται όλος αυτός ο βλάχικος πολιτισμός και η οικονομική άνθηση που ευεργέτησε όχι μόνο το Μέτσοβο και την Ήπειρο, αλλά ολόκληρη την Ελλάδα.
Ενώ σε ένα άλλο σημαντικό βιβλίο, μοναδικό στο είδος του, από τη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Ιωαννίνων το 1998, το «Νομός Ιωαννίνων, σύγχρονη πολιτισμική γεωγραφία» σε επιμέλεια του Καθηγητή Βασίλη Νιτσιάκου, σημειώνεται: «Η οικονομική, στρατιωτική και πολιτική σημασία των αυχένων της Πίνδου είναι προφανής. Τα ορεινά περάσματά της όμως αποτελούν συγχρόνως και φυσικούς σταθμούς που εξελίσσονται στο πλαίσιο του γενικότερου συστήματος διοίκησης και ασφάλειας σε σημαντικούς κόμβους με ιδιαίτερη στρατηγική σημασία, γεγονός που συμβάλλει τα μέγιστα και στη δημογραφική τους ανάπτυξη».
Το Μέτσοβο αποτέλεσε κομβικό σημείο για το δρόμο του εμπορίου κι ο «Ζυγός» ταυτίστηκε ως πέρασμα και τοπωνύμιο με τη διέξοδο (και την είσοδο) από και προς την Ήπειρο.
Τα περάσματα όμως δεν φέρνουν πάντα πλούτο, εξουσία και ανάπτυξη. Συγκεντρώνουν και στρατούς και απαγορεύσεις και σημάδια στα χάρτια των πολέμων. Στην αποχώρηση από τα αλβανικά εδάφη μετά τη συνθηκολόγηση την άνοιξη του 1941, ένα μεγάλο κομμάτι του ελληνικού στρατού θα βρεθεί για κάποιες μέρες στο Μέτσοβο. Τις απίστευτες σκηνές μέσα στο χωριό που πλημμυρίζει από στρατιώτες, αλλά και την έξοδο προς τη Θεσσαλία την ώρα που οι Γερμανοί έρχονται προς την Ήπειρο, θα περιγράψει ο Γιάννης Μπεράτης στο τρομερό του βιβλίο του «Το πλατύ ποτάμι» (εκδ. Ερμής, 1999) με τον δικό του, μη αναμενόμενο πάντως τρόπο: «Αρχίσαμε να παίρνουμε τους ανήφορους της Κατάρας. Δεν την είχα ξανακούσει αυτήν την ονομασία κι όταν ο Πολιτόπουλος την πρόφερε, νόμισα πως αστειεύεται. Ο δρόμος ήταν εξαιρετικά ωραίος, στρωτός, όλο κορδέλες, και κάτ’ απ’ τον καταγάλανο ουρανό και τον έντονο ήλιο, το παχύ πετρωμένο χιόνι που απλωνόταν απ’ τις δύο μεριές μας, ανάμεσα σε πεύκα κι έλατα, λαμποκοπούσε και σπίθιζε σαν κρύσταλλο. Σου ‘κανε εντύπωση να ξαναβρίσκεις πάλι χιόνι εδώ, μετά την Αλβανία που την είχες εγκαταλείψει με σχεδόν ανοιξιάτικο καιρό».
Ακόμα και εν μέσω πολέμου, η εντύπωση που δίνει το φυσικό τοπίο μένει βαθιά χαραγμένη. Κι αν μη τι άλλο οι παλιοί μας εθνικοί δρόμοι μας έδιναν και σε εμάς την ευκαιρία για μια πιο προσωπική επαφή με την Πίνδο. Ακόμα και σήμερα, που τρέχουμε για να προλάβουμε να φτάσουμε στη Θεσσαλονίκη, η Κατάρα, η Μηλιά, το Μέτσοβο, παραμένουν ένα πανέμορφο τοπίο, έστω και ως φόντο των αυτοκινητικών μας διαδρομών.

Η Εγνατία οδός αλλάζει το χάρτη. Όχι ριζικά πάντως. Και το πέρασμα προς τα Γρεβενά έτσι όπως κόβει κάθετα την Πίνδο, γνωστό ήταν από παλιά, αφού και την Δυτική Μακεδονία την προσέγγιζαν για αιώνες οι άνθρωποι μέσω Μηλιάς και τη Θεσσαλία από το πέρασμα του Μετσόβου. Όσοι έρχονταν βέβαια από τον Βορρά, από τον Δρίσκο στρίβοντας στην άκρη του βουνού, στο Μιτσικέλι, θα έβλεπαν απότομα το μαγευτικό θέαμα της μεγάλης πολιτείας, των Γιαννίνων.

Θα ‘ναι τα Γιάννενα, ψιθύρισα,
στο χιόνι και στον άγριο καιρό,
γυάλινα και μαλαματένια.

Όπως τραγούδησε ο Μιχάλης Γκανάς στα Γυάλινα Γιάννενα (εκδόσεις Καστανιώτη).
Αυτή η εικόνα χάνεται. Άλλωστε στους νέους μεγάλους δρόμους, δεν βλέπεις έξω, μόνο τρέχεις και οι μπάρες σου κόβουν το τοπίο, για να μην φοβάσαι ίσως και να μένεις απροσπέλαστος στο στόχο σου που είναι να φτάσεις- κι όχι να ταξιδέψεις πια. Κι η Εγνατία τώρα διαπερνάει το Μιτσικέλι με το πιο μεγάλο τούνελ της Εγνατίας στον Δρίσκο, περνάει ξώφαλτσα την πόλη, και κατεβαίνει στον κάμπο της Καστρίτσας (εκεί κοντά δηλαδή στην αρχαία πόλη, μια άλλη απροσδόκητη συνάντηση της ιστορίας) και βγαίνει και συναντά το νότιο πια πέρασμα των Ιωαννίνων, από ‘κεί που έρχονται τα κάτω χωριά του νομού, οι Αρτινοί και οι Αθηναίοι.
Η Εγνατία όμως με όποιες αλλαγές κι αν φέρνει, με όσους μικρούς ή μεγάλους τόπους κι αν παρακάμπτει όπως την Κατάρα, παραμένει ακόμα το παλιό σημάδι της γης που ενώνει τόπους και ανθρώπους, που κινεί τον κόσμο. Και θα έχει ενδιαφέρον να δούμε τι θα γίνει και σε τούτο τον νέο χάρτη που ξεπροβάλλει.

Κυριακή 5 Απριλίου 2009

Η Μαίριλυν και ο Ίρβιν Γιάλομ στα Γιάννενα


Ο πρύτανης Ιωάννης Γεροθανάσης με την Μ. Γιάλομ εισέρχονται χειροκροτούμενοι στην αίθουσα.
Ακολουθούν η Μαρίνα Βρέλλη και ο Ίρβιν Γιάλομ

Δύο ωραίες ημέρες ήταν για τα Γιάννενα αυτές της επίσκεψης του Ίρβιν και της Μαίριλυν Γιάλομ την Πέμπτη και την Παρασκευή. Και για τους ίδιους όμως πρέπει να ήταν μια καλή εμπειρία αν κρίνουμε από το χαμόγελο και την καλή διάθεση που είχαν σε κάθε μία από τις αρκετές δημόσιες εμφανίσεις τους. Πρέπει να μίλησαν με εκατοντάδες Γιαννιώτες (κάποιοι ήρθαν κι από άλλες πόλεις για να τους δουν) έστω και για μια απλή χειραψία κι έναν καλό λόγο, και πρέπει να υπέγραψαν χιλιάδες βιβλία. Ο καθένας που τους πλησίαζε είχε κι από ένα βιβλίο μαζί του, κάποιοι είχαν μαζί τους και βιβλία που τους έστειλαν φίλοι τους με το… ΚΤΕΛ. Και βέβαια, πρέπει να είναι από τους πιο διάσημους ανθρώπους που έχουν επισκεφτεί την πόλη, αν λέει κάτι αυτό.
Το επίκεντρο βέβαια της επίσκεψης ήταν η διάλεξη της Μαίριλυν Γιάλομ στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων την Πέμπτη στις 7 το απόγευμα. Η διάλεξη δόθηκε στο συνεδριακό κέντρο «Κάρολος Παπούλιας» στην πανεπιστημιούπολη και η συγγραφέας μίλησε, με παράλληλη μετάφραση πάνω στο θέμα «Το γυναικείο στήθος ως πολιτισμική εικόνα», το οποίο στηρίζεται και στο πιο γνωστό στην Ελλάδα βιβλίο της.
Η αίθουσα του συνεδριακού κέντρου γέμισε με πάνω από 700 ανθρώπους, πολλοί από τους οποίους κάθησαν κάτω στο πάτωμα αφού δεν υπήρχε θέση. Από τις 6 ή ώρα κιόλας, είχε δημιουργηθεί μια μακριά ουρά για τα ακουστικά της μετάφρασης, που πρέπει να έφτασαν για πάνω από τους μισούς- αν και κατά τη γνώμη μας, η ομιλία ήταν εύκολα κατανοητή και με απλές γνώσεις αγγλικών.
Το ενδιαφέρον με το κοινό ήταν ότι αποτελούσε ένα ετερόκλητο πλήθος, όλων των ηλικιών, με τις γυναίκες ίσως να κυριαρχούν, και συνολικά με μια υποδειγματική συμπεριφορά. Όχι, οι τοπικές αρχές δεν τίμησαν την εκδήλωση (πλην κάποιων εξαιρέσεων). Θα είχαν κάτι καλύτερο να κάνουν οι εκλεγμένοι του λαού.
Προηγήθηκε της διάλεξης, ο πρύτανης Ιωάννης Γεροθανάσης σε έναν ευγενικό χαιρετισμό και μια ευχή να έρθει ξανά το κοινό σε άλλες, ανάλογες διαλέξεις διακεκριμένων επιστημόνων. Ακολούθησε η Μαρίνα Βρέλλη- Ζάχου, αναπληρώτρια καθηγήτρια Λαογραφίας του πανεπιστημίου Ιωαννίνων, η οποία και έκανε μια πολύ καλή ομιλία φωτίζοντας όχι μόνο το επιστημονικό βιογραφικό της Γιάλομ, αλλά αναδεικνύοντας κυρίως τη σημασία που είχε η ερευνητική εργασία της πάνω στην ανθρώπινη συμπεριφορά και τον ρόλο της γυναίκας σε κάθε ιστορικό πλαίσιο.
Η Μαίριλυν Γιάλομ, μικροσκοπική, χαμογελαστή και διακριτική, έκανε μια σχετικά σύντομη ομιλία με παράλληλη προβολή διαφανειών, από τις οποίες προσέξαμε περισσότερο αυτές από την αρχαιότητα και το Μεσαίωνα. Η ομιλία της όμως στο τέλος κρίθηκε από κάποιους σαν «λίγη». Ίσως να περίμεναν κάτι δυνατότερο μετά κι από τόση δημοσιότητα.
Ήταν όντως μια απλή, μικρής διάρκειας ομιλία. Θα έλεγα όμως ότι ήταν και μια εκλαϊκευμένη σύνοψη των ερευνητικών της συμπερασμάτων για την ιστορία του γυναικείου στήθους, όπως τα παρουσίασε στην Ιστορία του γυναικείου στήθους (από τις εκδόσεις Άγρα) και ως σύνοψη, ως εισαγωγή στο θέμα της, ήταν επαρκής. Πολλά από τα συμπεράσματα αυτά φαντάζουν σήμερα γνωστά, αυτό είναι αποτέλεσμα όμως και της δικής της δουλειάς εδώ και πολλές δεκαετίες. Είναι εύκολο να λες για παράδειγμα ότι το στήθος χρησιμοποιείται και σαν διαφήμιση ή ερωτικό αντικείμενο, την ιστορικότητα όμως αυτής της χρήσης και εν τέλει και την ιστορική διαδρομή της γυναίκας ως φύλο την ερεύνησε και η Γιάλομ, στο πλαίσιο εκείνης της επιστήμης που μπόρεσε μετά το ’60 να ξεπεράσει τον κυρίαρχο λόγο στα πανεπιστήμια.
Η Γιάλομ έχει ξαναμιλήσει στην Ελλάδα για το στήθος τόσο σε ανοιχτές εκδηλώσεις όσο και στα μέσα ενημέρωσης. Ακούγοντάς την από κοντά καταλαβαίνεις απλά πόσο καλά κατέχει το θέμα της και πόσο την ενδιαφέρει να το συνδυάσει με το κοινωνικό πλαίσιο γύρω της, έστω και με υποδηλώσεις. Οι αναφορές της στο γυναικείο κίνημα, στη θέση της γυναίκας ως ασθενής (με τον καρκίνο του μαστού) ή στις περιδινήσεις του ζητήματος του θηλασμού και τις ταξικές του εκφάνσεις από τις φτωχές τροφούς του 18ου αιώνα (και του αγώνα των Διαφωτιστών υπέρ του θηλασμού από τη μητέρα κι όχι την τροφό) ως την εργαζόμενη γυναίκα σήμερα που θέλει να θηλάσει αλλά δεν της το επιτρέπουν οι συνθήκες εργασίας, δείχνουν ακριβώς ότι ξέρει τι λέει. Δεν το λέει ίσως δυνατά, απευθυνόμενη σε ένα παγκοσμιοποιημένο κοινό που μοιάζει ίδιο τουλάχιστον στη Δύση (έχει δηλαδή ανάλογες πολιτισμικές αναφορές), - κι ένα κοινό που ίσως με τα χρόνια να εκφράζεται στο δημόσιο λόγο του όλο και πιο συντηρητικά- αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν οι αναφορές στο λόγο της. Και επιπλέον, δεν ξέρουμε και πολλούς σήμερα στη χώρα μας που τολμάνε να αναδείξουν τον ερωτισμό που κρύβουν οι απεικονίσεις της Παναγίας, τουλάχιστον στη δυτική τέχνη και τους συμβολισμούς που μεταφέρονται από την εκκλησιαστική στην κοσμική τέχνη.
Αυτό που χάθηκε πάντως στη διάλεξη, ήταν η ευκαιρία να σηκωθεί στο τέλος κάποιος από την τοπική ακαδημαϊκή κοινότητα για παράδειγμα και να κάνει κάποιες παρατηρήσεις- υπήρχε αυτή η δυνατότητα και ζητήθηκε από την ομιλήτρια. Τότε θα άνοιγε μια συζήτηση. Το κλίμα όμως της εκδήλωσης που απέπνεε μια επισημότητα ίσως να μην το επέτρεπε.
Έναν στιγμιαίο χαιρετισμό έκανε στο τέλος και ο Ίρβιν Γιάλομ προς το κοινό που τον χειροκρότησε θερμά, ενώ στο τέλος, έχοντας πάρει κι ένα αναμνηστικό δώρο (κάποιου είδους βάζο για σύνεργα γραφείου αν πρόσεξα καλά) που τους άρεσε πολύ, χάθηκαν ανάμεσα στους θαυμαστές τους που πλησίασαν στη σκηνή.
Η εκδήλωση στο πανεπιστήμιο ήταν όμορφη και χαρούμενη.


Ο Ίρβιν και η Μαίριλυν Γιάλομ δέχονται ένα αναμνηστικό δώρο από τον πρύτανη.
Πιο πάνω, η Μαρίνα Βρέλλη προλογίζει και αμέσως μετά η Μ. Γιάλομ ανεβαίνει στο βήμα


Ήταν από τις λίγες φορές που μαζεύτηκε στο ίδρυμα τόσος κόσμος από την πόλη, και το ίδιο το πανεπιστήμιο έδειξε ότι και οργανωτικά (πολύς κόσμος δούλεψε αφανώς για να πάνε όλα καλά) και επιστημονικά, έχει τη δυνατότητα να πετύχει αυτήν την πολυλάλητη σύνδεσή του με την πόλη. Και φυσικά, τώρα που βρήκε τον τρόπο, οφείλει να βρει και τον επόμενο ομιλητή που θα δημιουργήσει τον ανάλογο θόρυβο δημοσιότητας.
Χρειάζεται και μια ιδιαίτερη μνεία στην Μαρίνα Βρέλλη γιατί σκέφτηκε από πέρυσι ήδη την πρόσκληση προς την κ. Γιάλομ και εργάστηκε σκληρά όλο αυτό το διάστημα ώστε να πάνε όλα καλά. Και πάνε όλα καλά όταν κοιτάς ακόμα έξω από το παράθυρό σου και δεν περιορίζεσαι στα δύστηνα καθ’ ημάς.
Ο Ίρβιν και η Μαίριλυν Γιάλομ έδειξαν προθυμία και ήρθαν σε αυτή τη μικρή γωνιά της γης, αν και η διασημότητά τους τούς επιτρέπει να μπορούν να επισκεφθούν και οποιαδήποτε άλλη. Δεν συμπεριφέρθηκαν ως τουρίστες ούτε ως σταρ. Σημαντικές στιγμές της παρουσίας τους στην πόλη ήταν η επίσκεψη που έκαναν στον αρχαιολογικό χώρο της Δωδώνης την Πέμπτη το πρωί και στο αρχαιολογικό μουσείο την Παρασκευή το πρωί. Και στις δύο περιπτώσεις ξεναγήθηκαν από τον Κώστα Ζάχο, τον προϊστάμενο της Εφορείας Αρχαιοτήτων και ειδικό στα αρχαιολογικά ζητήματα της Ηπείρου. Αξιοπρόσεκτη σύμπτωση είναι ότι ο Ίρβιν Γιάλομ και ο Κώστας Ζάχος σπούδασαν στο πανεπιστήμιο της Βοστώνης.
Στο μουσείο, οι Γιάλομ είχαν τη δυνατότητα επίσης να συναντηθούν και με μερικούς ακόμα φίλους των βιβλίων τους και συνομίλησαν με αρκετούς.
Λένε πολλά στα Γιάννενα για το πώς πρέπει να προσελκύσουμε τουρίστες υψηλού επιπέδου, η αλήθεια όμως είναι απλή: Αν έχεις κάτι να πεις, ο άλλος θα σε ακούσει. Και το γεγονός για παράδειγμα ότι το ζεύγος Γιάλομ έδειξε ενδιαφέρον για τα ταφικά ευρήματα στο αρχαιολογικό μουσείο ή τα ελάσματα με τις ερωτήσεις προς το μαντείο, δείχνει ακριβώς ότι ο επισκέπτης που θα κρατήσει μια ανάμνηση από την πόλη, είναι ακριβώς εκείνος που θα βρει και μια αληθινή πληροφορία για την πόλη. Το πανεπιστήμιο, η Δωδώνη, το αρχαιολογικό μουσείο, οι άνθρωποι που ανέλαβαν να ξεναγήσουν τους δύο επισκέπτες, έγιναν το πλαίσιο ώστε τα Γιάννενα και η Ήπειρος να μην αποτελέσουν έναν ακόμα τουριστικό προορισμό, για τον Ίρβιν και την Μαίριλυν Γιάλομ. Και οι δύο τους ανταπέδωσαν φροντίζοντας για παράδειγμα όπως είπαμε στην αρχή, να μην αρνούνται σε κανέναν μια υπογραφή σε ένα βιβλίο. Ένα σημάδι μνήμης είναι και η υπογραφή και κάτι θα θυμίζει σε όσους θα ανοίξουν στο μέλλον τη σελίδα.
Όσο για εμένα, όχι δεν πήρα καμιά υπογραφή, αν και θα μπορούσα. Δεν είμαι άλλωστε και τόσο καλός φίλος των μπεστ σέλλερ. Πότε πότε όμως θα πρέπει να έχουμε όλοι μας μια ευκαιρία να ξεσυνηθίζουμε από τη μικρότητα και τη μιζέρια τούτης της πόλης. Και ο κοσμοπολιτισμός της επίσκεψης Γιάλομ ήταν ένα μικρό άνοιγμα σε έναν καλύτερο κόσμο.




Πέμπτη 2 Απριλίου 2009

Ο Άρης και ο Σαράφης στα Γιάννενα το 1944


Πριν από κάποιο καιρό η φωτογραφία του Άρη Βελουχιώτη με τον Στέφανο Σαράφη να μπαίνουν στα Γιάννενα τον Δεκέμβριο του 1944 δημοσιεύτηκε σε εφημερίδα με λάθος λεζάντα- έκανε λόγο για είσοδο στα Τρίκαλα. Πέρα από τον γνωστό «δαίμονα του τυπογραφείου» είναι αλήθεια ότι το ενδιαφέρον για την ιστορική φωτογραφία μόνο τα τελευταία χρόνια μετατράπηκε σε αντικείμενο έρευνας για τους ιστορικούς. Και διεθνώς όμως, μετά το ’90 άνοιξε συζήτηση για την τεκμηρίωση της φωτογραφίας ιστορικών γεγονότων, κάτι που πιθανά να έχει σχέση και με το άνοιγμα μεγάλων αρχείων για πιο κοντινές μας δεκαετίες όπως αυτήν του ’40.
Χάριν αυτής της φωτογραφίας συγκέντρωσα μερικές αναφορές με σκοπό να αναδειχτεί όσο μπορεί το ιστορικό πλαίσιο μέσα στο οποίο τραβήχτηκε η φωτογραφία.
Το ότι η είσοδος των δύο κορυφαίων ηγετών του ΕΛΑΣ γίνεται στα Γιάννενα το γνωρίζουμε με ασφάλεια γιατί η φωτογραφία είναι γνωστή. Την έχει τραβήξει ο σπουδαίος φωτογράφος της Αντίστασης, Κώστας Μπαλάφας και δημοσιεύεται στο βιβλίο του «Το Αντάρτικο στην Ήπειρο» (Γιάννινα 1991, σελίδα 205). Η λεζάντα στο βιβλίο είναι: «Οι πρωτοκαπεταναίοι στα Γιάννινα». Στο βιβλίο υπάρχει μία ακόμα σχετική φωτογραφία, με τους δύο ηγέτες, 10 περίπου μέτρα πιο μπροστά στον ίδιο δρόμο (σελ. 210 και λεζάντα «Ο Άρης με το Σαράφη»), ενώ δημοσιεύεται σειρά φωτογραφιών από την είσοδο του ΕΛΑΣ στα Γιάννενα.
Πότε τραβήχτηκε η φωτογραφία; Την είσοδο στα Γιάννενα την περιγράφει ο ίδιος ο Σαράφης στο βιβλίο του «ΕΛΑΣ» (εκδόσεις Επικαιρότητα). Βρισκόμαστε στον Δεκέμβριο του 1944 και γράφει: «Το πρωί στις 28 του Δεκέμβρη αφήσαμε το Μέτσοβο και το απόγευμα φτάσαμε στα Γιάννενα. Χιόνιζε πάντα κ’ έκανε κρύο. Δεν είχαμε ειδοποιήσει κανένα. Στις 4 το απόγευμα μπήκαμε στην πόλη και όλα τα μαγαζιά ήταν κλειστά λόγω της εορτής. Πήγαμε στην πλατεία και ζητήσαμε το μέραρχο στα γραφεία του. Ο κόσμος αντιλήφθηκε την άφιξή μας και η πλατεία γέμισε. Μιλήσαμε κι εγώ και ο Άρης. Μου έκανε εντύπωση ότι οι εκδηλώσεις του κόσμου ήταν περισσότερο ζωηρές από τις εκδηλώσεις στις εαμικές περιοχές…» (σελίδα 548).
Το τμήμα του βιβλίου που αναφέρεται στα Γιάννενα και την Ήπειρο κατά την περίοδο των Δεκεμβριανών είναι εκτενές. Αρκούμαστε να σημειώσουμε εδώ ότι είναι γνωστή η συζήτηση για τη σκοπιμότητα του περιορισμού μεγάλων δυνάμεων του ΕΛΑΣ μαζί με τον Άρη και τον Σαράφη, στην Ήπειρο, την ίδια στιγμή που η μεγάλη μάχη γινόταν στην Αθήνα.
Μερικές, όμως ακόμα σκέψεις, όχι κατά ανάγκη πρωτότυπες, με αφορμή τη φωτογραφία, χάριν τώρα και της τοπικής ιστορίας των Ιωαννίνων.
Η είσοδος του ΕΛΑΣ στα Γιάννενα αναφέρεται σε πολλές τοπικές, αριστερής προέλευσης πηγές, και ως «απελευθέρωση» της πόλης. Σε μία έκδοση της ΚΝΕ Ηπείρου- Λευκάδας- Κέρκυρας το 1983 με τίτλο «Από τη δράση της ΕΠΟΝ στην Ήπειρο- Κέρκυρα- Λευκάδα» μια φωτογραφία έχει ως λεζάντα: «Επονίτες και Ελασίτες σε γερμανικό άρμα. Απελευθέρωση Γιαννίνων 1944, στην πλατεία».
Η απελευθέρωση πάντως των Ιωαννίνων από τον κατακτητή συνέβηκε στις 15 Οκτωβρίου 1944 όταν αποχώρησαν οι Γερμανοί και μπήκαν στην πόλη οι δυνάμεις του ΕΔΕΣ. Η ημερομηνία αυτή δεν εορτάζεται στην πόλη. Οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ παρέμειναν κοντά στην πόλη προς τη μεριά του Ζαγορίου, σύμφωνα και με τις σχετικές συμφωνίες.
Τον Δεκέμβριο του 1944 συνεπώς ο ΕΛΑΣ επιτίθεται κατά των μονάδων του ΕΔΕΣ. Από τις 21 Δεκεμβρίου γίνονται σκληρές μάχες με αρκετά θύματα, ειδικά στην περιοχή του Περάματος και στις 23 Δεκεμβρίου ο ΕΛΑΣ μπαίνει στα Γιάννενα. Ο ΕΔΕΣ αποχωρεί σε άτακτη υποχώρηση και ηττημένος στρατιωτικά, παίρνοντας μαζί του και ένα μεγάλο αριθμό ομήρων, κατοίκους δηλαδή της πόλης που θεωρούνταν ΕΑΜικοί ή φιλοεαμικοί. Από την Πρέβεζα μαζί με τους ομήρους θα πάνε με πλοία στην Κέρκυρα ως και τη συμφωνία της Βάρκιζας. Και ο ΕΛΑΣ θα κρατήσει πάντως φυλακισμένους, επί πολλές ημέρες, στις φυλακές του Αγίου Κοσμά, Γιαννιώτες μη ΕΑΜικούς. Οι φυλακές αυτές βρισκόταν 200 μέτρα αριστερά του Σαράφη όπως βλέπουμε τη φωτογραφία- σήμερα στη θέση τους είναι ο ΟΤΕ.
Λίγη ακόμα τοπική ιστορία. Το ωραίο κτίριο που βλέπουμε πίσω από τους δύο καβαλάρηδες είναι το ξενοδοχείο Ίλιον Παλλάς. Διατηρείται ακόμα σήμερα σε σχετικά καλή κατάσταση, δεν λειτουργεί όμως. Το 1938 πάντως σε αυτό το χώρο έκανε την πρώτη του έκθεση με φωτογραφίες από την Ήπειρο (σχετική προαναγγελία στον τοπικό Τύπο στις 4.12.1938) ο Σπύρος Μελετζής (1906- 2003), ένας νέος τότε καλλιτέχνης που έγινε λίγα χρόνια μετά ο δεύτερος μεγάλος φωτογράφος της Αντίστασης και ένας σπουδαίος έλληνας φωτογράφος ευρύτερα (ο Μελετζής προλογίζει το βιβλίο του Μπαλάφα για την Αντίσταση).
Μπροστά από τους δύο αρχηγούς του ΕΛΑΣ, στα πέντε μέτρα- δεν φαίνεται στη φωτογραφία- βρίσκεται το ξενοδοχείο Ακροπόλ Παλλάς. Σημαντικό κτίσμα της δεκαετίας του ’30 (το πρώτο με ασανσέρ στην πόλη!) με θαυμάσια αρχιτεκτονική, σήμερα φιλοξενεί μία τράπεζα. Από το μπαλκόνι του μίλησαν ο Ιωάννης Μεταξάς, άλλοι πολιτικοί, αλλά και ο Πέτρος Αποστολίδης, δήμαρχος του ΕΑΜ μετά τον Δεκέμβρη, μέχρι και τις 25 Μαρτίου οπότε και ανέλαβε η «επίσημη» κυβέρνηση την πόλη- οι συγκεκριμένες φωτογραφίες με τον δήμαρχο ακολουθούν στο βιβλίο του Μπαλάφα. Το Ακροπόλ αποτέλεσε και έδρα γραφείων του ΕΑΜ (γραφεία της εφημερίδας κ.α), του ΕΔΕΣ όπως και τόπος διαμονής της αγγλικής αποστολής. Χρησιμοποιήθηκε ως γραφεία πιο πριν και από τις κατοχικές δυνάμεις.
Στο νέο του βιβλίο «Μνήμες Κατοχής ΙΙ- Ιταλοί και Γερμανοί στα Γιάννενα και η καταστροφή της εβραϊκής κοινότητας» από τις γιαννιώτικες εκδόσεις Ισνάφι, ο Christoph U. Schminck- Gustavus, έχει και μία πολύ ωραία συνέντευξη με τον ιδιοκτήτη του ξενοδοχείου. Για τα κτίρια του μεσοπολέμου, στο διαδίκτυο υπάρχει στον Οδηγό της Περιφέρειας Ηπείρου άρθρο του πρώην δημάρχου Αναστάσιου Παπασταύρου (εδώ), ο οποίος έχει εκδώσει πολλά βιβλία για τα Γιάννενα.
Όσο για τον Πέτρο Αποστολίδη, σημαντική προσωπικότητα της πόλης, οι δύο τόμοι αναμνήσεών του με τίτλο «Όσα θυμάμαι» (από τις εκδόσεις Κέδρος) παραμένουν ένα εξαιρετικό ανάγνωσμα τόσο γι’ αυτήν την περίοδο όσο κυρίως για τον μεσοπόλεμο στα Γιάννενα.
Η φωτογραφία του Κώστα Μπαλάφα με τον Σαράφη και τον Άρη διατηρεί την επικαιρότητά της. Είναι και μια ωραία αισθητικά φωτογραφία. Για την αριστερά αποπνέει θα λέγαμε κι έναν επαναστατικό ρομαντισμό γι’ αυτό και συχνά πυκνά τη βλέπουμε να φιγουράρει σε αναφορές στον Τύπο ή σε μπλογκ, συνήθως χωρίς επαρκείς λεζάντες.
Για τα Γιάννενα έτσι κι αλλιώς είναι μια ιστορική φωτογραφία, εμβληματική θα λέγαμε. Ο χώρος που δείχνει είναι ολόιδιος σχεδόν και σήμερα, όπως φαίνεται στη δεύτερη φωτογραφία που περιλαμβάνει αριστερά και το Ακροπόλ Παλλάς. Το ιστορικό πλαίσιο αλλάζει. Ή μήπως με το πλαίσιο αλλάζουν και οι άνθρωποι;