Στο σπίτι αυτές τις μέρες κυκλοφορούν μπουκαλάκια με τσίπουρο. Μας τα στέλνουν όσοι μας αγαπάνε. Είναι δύο ειδών, το ένα γιαννιώτικο και το άλλο με γλυκάνισο, από τη Λάρισα. Δεν τα πίνουμε όλα αυτά βέβαια, αλλά όλο και κάτι θα καταφέρουμε- γι' αυτό άλλωστε είναι και οι φίλοι. Τα δύο διαφορετικά όμως τσίπουρα μου θυμίζουν τις δύο "πατρίδες" της οικογένειας, λειτουργούν σαν υπόμνηση καταγωγής. Το ίδιο το τσίπουρο δεν είναι για μένα κάποιο είδος κιβωτού μνήμης. Όταν το πίνω δεν θυμάμαι κάτι, δεν ανακαλώ κάτι από το παρελθόν. Φαντάζομαι ότι αυτό σημαίνει ότι δεν είμαι αλκοολικός ή ότι δεν πίναμε στην αστικοποιημένη μας οικογένεια που άφησε το χωριό πριν ακόμα γεννηθώ εγώ.
Είναι νόστιμο ποτό όμως και θυμίζει κάτι από αληθινά φρούτα, από πραγματική φύση. Αν και για μένα, η παγωμένη βότκα λειτουργεί περισσότερο σαν προσωπικό ελιξήριο μνήμης.
Θυμάμαι πότε έπινα βότκα. Κι από πότε άρχισε να μου αρέσει το ουίσκι. Και πώς διασκεδάζω τα καλοκαίρια με το τζιν. Κι ότι μου αρέσουν- πάντα μου άρεσαν-τα μεγάλα τετράγωνα παγάκια που αργούν να λιώσουν.
Είναι νόστιμο ποτό όμως και θυμίζει κάτι από αληθινά φρούτα, από πραγματική φύση. Αν και για μένα, η παγωμένη βότκα λειτουργεί περισσότερο σαν προσωπικό ελιξήριο μνήμης.
Θυμάμαι πότε έπινα βότκα. Κι από πότε άρχισε να μου αρέσει το ουίσκι. Και πώς διασκεδάζω τα καλοκαίρια με το τζιν. Κι ότι μου αρέσουν- πάντα μου άρεσαν-τα μεγάλα τετράγωνα παγάκια που αργούν να λιώσουν.