Αφού κάνω αυτά που διάλεξα να κάνω, τότε γιατί όλα κάθε μέρα επαναλαμβάνονται με έναν ρυθμό που δεν του αναγνωρίζω παρά την επανάληψη μιας αμηχανίας; Ο χρόνος μου έχει κοπεί σε τεμάχια τρία, ένα για μένα, ένα για τους άλλους κι ένα για τους δικούς μου, αλλά η απουσία εμπαθούς αίματος και η φυλλορροή των ανείπωτων ικμάδων της λοξής ματιάς στη ζωή, με ανησυχεί.
Υπάρχει βέβαια μια συνταγή επιβίωσης: Κάνω αυτό που κάνω σαν να μην υπάρχει αύριο. Γράφω σαν να μην υπάρχει περιθώριο να ξαναγράψω, επιστρέφω στο σπίτι σαν να είναι η πρώτη φορά, φεύγω με την ανησυχία ότι μπορεί να μην ξαναγυρίσω. Πάσχω κι εγώ από τον ιό της αμηχανίας, της αγοραφοβίας, του κόσμου χωρίς προσδοκίες. Σε αντίθεση όμως με όσους πλήττουν, εναντιώνονται ή καταρρέουν εντός τους, έχω πάντα παραπάνω από έναν λόγο για να ξυπνήσω το πρωί. Τα μάτια τους, τα χάδια τους, τις σκέψεις μου, τη θέληση να αφήσω ένα στίγμα.