Τετάρτη 25 Φεβρουαρίου 2009

Βρε βρε τον Κάρολο Μαρξ. Στα μεγάλα σαλόνια ξανά...

Αν μέσα στο Φλεβάρη το εξώφυλλο του Time αναρωτιέται What would Marx think κι αν το εξώφυλλο του Newsweek καταφαίνεται ότι We are socialists now, (έβλεπα στο Mega πριν από λίγο να το λέει ξεκαρδισμένος στα γέλια ο Μίμης Ανδρουλάκης στον Γιώργο Αλογοσκούφη στην παρουσίαση του βιβλίου του πρώτου) τότε δεν ξέρω αν πρέπει ή όχι να ανησυχούμε όλοι εμείς που κάτι έχουμε καταλάβει για την υπεραξία και τον τρόπο που παράγονται τα κέρδη.
Ίσως όμως δεν πρέπει να ανησυχούμε και τόσο. Αν οι απανταχού υποστηρικτές της επιχειρηματικότητας σκέφτονται μήπως είχε τελικά δίκιο ο θείος Κάρολος για το πώς βγαίνει το χρήμα, εμείς δεν έχουμε παρά να ωθήσουμε λίγο ακόμα την κατάσταση στα άκρα. Τώρα που ο κάθε καλός συντηρητικός σκέφτεται τα οφέλη μιας κρατικοποίησης των μεγάλων επιχειρήσεων (και ειδικότερα της δικής του επιχείρησης με αυτόν πάντα διευθυντή) ώστε να μην βυθιστεί ο κόσμος στην εξαθλίωση (άρα και στην εξαφάνιση της κατανάλωσης), εμείς δεν έχουμε παρά να ζητήσουμε ακόμα μεγαλύτερη φιλελευθεροποίηση. Ή αλλιώς, να συμφωνήσουμε προφανώς να επιστρέψουν οι καλές επιχειρήσεις στο κράτος και τον δημόσιο έλεγχο, αλλά παράλληλα να υποστηρίξουμε και τη χειραφέτηση του ατόμου. Να υποστηρίξουμε τον εργάτη που αγωνίζεται, τον υπάλληλο που αγωνιά, τον νέο που συμπιέζεται κάτω από τις προσταγές ενός πουριτανικού και ουδέποτε προοδευτικού κόσμου ενηλίκων- βολεμένων. Δικαιώματα στον άνθρωπο και όχι μόνο στις επιχειρήσεις, έτσι δεν είναι;
Γιατί, αυτό που δεν λένε τώρα με την κρίση, είναι ότι ο καπιταλισμός δεν άνθησε τον 20ο αιώνα μόνο χάρη στις τεχνικές του να αναπτύσσει τις αγορές, αλλά και χάρη στην εγκαθίδρυση ιδεολογιών χειραγώγησης των ανθρώπινων συνειδήσεων. Γιατί κανείς ελεύθερος άνθρωπος δεν θα πείθονταν εύκολα να πουλήσει τον ορυκτό πλούτο της πατρίδας του για ένα κομμάτι ψωμί σε μια πολυεθνική, ούτε για να συμμετάσχει σε παγκόσμιους και τοπικούς πολέμους από τους οποίους έβγαινε σακατεμένος, ούτε βέβαια για να μετατραπεί από έναν πολίτη σε έναν καταναλωτή. Όσο κι αν ο καθένας μας έχει τις δικές του ευθύνες για το βαθμό αλλοτρίωσής του, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πλημμύρισε ο κόσμος μας από διαφημίσεις, εκπαιδευτικά προγράμματα και πρότυπα που όλα κατέληγαν σε ένα και μόνο σημείο: Να κυριαρχεί η μία και μοναδική αλήθεια του κέρδους. Να εντυπώνεται στα μυαλά μας η ιστορία του χρήματος (του δικού τους χρήματος) ως η μόνη ιστορία του ανθρώπινου πολιτισμού.
Φυσικά ούτε και σήμερα ο σοσιαλισμός έγινε τόσο αγαπητός όσο συζητάνε με ένα πούρο στα χείλια οι ασώματες κεφαλές στα δερμάτινα καθίσματα των γραφείων απεγνωσμένων μάνατζερ. Απλώς ανακάλυψαν πρώτοι, ότι οι βασικές πλουτοπαραγωγικές πηγές πλέον είναι οι κρατικές. Από το δημόσιο χώρο και το υπέδαφος (αλλά και τον αέρα και το νερό) μέχρι τα κρατικά ταμεία και το δημόσιο χρήμα. Ο νεοφιλελευθερισμός όσο ποτέ άλλοτε θέλει να γίνει κρατικός για να μπορέσει να παραμείνει τόσο ιδιωτικός όσο τον θέλουν αυτοί που τον ανακάλυψαν.
Η μόνη σοσιαλιστική πολιτική όμως που απαντάει στην ιδιωτικοποίηση των πόρων είναι η ανακατανομή του πλούτου. Μπορεί όχι δίκαια, στον καπιταλισμό ζούμε κι ούτε καν ξέρουμε πώς θα είναι ο σοσιαλισμός (η παρένθεση της ΕΣΣΔ δεν ήταν τελικά παρά το πίσω μέρος του καθρέφτη αυτού που γινόταν στη Δύση), αλλά ας γίνει έστω και μια άνιση ανακατανομή. Το γεγονός ότι οι κυβερνήσεις της Ευρώπης αυτή τη στιγμή αρνούνται να δώσουν καθαρό χρήμα στους πολίτες, αλλά το δίνουν στις τράπεζες ώστε να... δανείσουν τους πελάτες τους, αποδεικνύει και το πόσο σημαντικό ζήτημα παραμένει η κατανομή του πλούτου. Όπως μου έλεγε κι ένας φίλος δεξιός, «ας δώσουν 15 χιλιάδες ευρώ στον κάθε χρεωμένο στις τράπεζες, και να έβλεπες αμέσως πώς αυτό το χρήμα θα επέστρεφε στην αγορά και την κατανάλωση». Αλλά δεν το κάνουν. Δίνουν μόνο 200 ευρώ επίδομα θέρμανσης. Όσο κοστίζουν δηλαδή τα πούρα μιας μέρας που λέγαμε παραπάνω, για κάποιους όψιμους οπαδούς του κράτους.
Όσο για την απελευθέρωση της συνείδησης, προφανώς δεν θα έρθει μόνη της. Πρέπει να θέλουμε, να επιζητούμε την ελευθερία ώστε να αρχίσουμε να ψηλαφούμε και τον ορισμό της- και κατ’ επέκταση τα όριά της.